Εγώ κ' είμαι 'ς σο Γιαννίτσ' άμε
Comments and Use
Ερμηνεία: Επί προσποιημένης αγάπης (ιδίως μητ΄ρτων προς τέκνα). Η παροιμία αυτή προέκυψεν εκ του γεγονότος: Γράία μήτηρ έλεγε συνεχώς προς τον ασθενούντα υιόν της Ιωάννην, Γιάννε μ, ρίζα μ 'ς σα δρομέα σ' να πάγω, και εδείκνυε πολλήν αγάπην προς αυτόν . Ούτος όμως ήθελησε να μάθη αν πραγματικώς τον ηγαπάως εφαίνετο. Όθεν ημέραν τινα καθήν η μήτηρ του έλειπε, λάβων αλέκτορα έτις ε ζώντα και πυρακτώσας λέβητα άμα είδε μακρόθεν ερχομένων την μητέρα έβαλεν εντός αυτούτον αλέκτορα και κάλυψας έθηκε παρά την κλίνη του εν κατακλίδη. Άμα δε εισήλθεν η μήτηρ του εις την οικίαν τη είπεν. Αχ! Μάννα έρθεν ο χάρον να παίρ των πσήμ, - Ντο λές υιεμ; 'ς σα δρομέας να πάγω πως θα έρται αδά ο Χάρον; Ναι μάννα έρθεν ακει α πεσ' ς σό χαλκόπουλ εν γάλεα γάλεα θα έβγαινκαι παρτήν πσήμ. Η μήτηρ του απιστούσα του λέγει. Γιοκ υιεμ τι δεν κ' έν' ατουπέσ' αβσ , και συγχρόνως πλησιάσασα ανοίγει τον λέβητα, οτε αιφνής ο λέκτωρ εκπηδά καταυτής, ήτις φεύγει έντρομος τήδε κακείσε εν τη οικία διώκομενη υπό του αλέκτορος και φωνάζουσα. “Εγώ κ' είμαι εγώ κ' είμαι 'ς στο Γιαννίτσ άμε