Άκουγέ το σακκοδεμένε και 'ς τον τοίχο ακουμπισμένε
Comments and Use
Ερμηνεία: Επί των ευπίστων και ηλιθίων ή των επιτιμώντων άλλους ίνα ακουμπούν άλλοι.Αρχή της παροιμίας η εξής: Σύζυγος παρεπονείτο εις την γυναίκα του δια την κακήν ποιότητα του άρτου.Αυτή δε απέδιδε τούτο εις την ανδραδέλφην της ήτις έκλανε ενώ αυτή εζύμωνε και έλεγε προς τον άνδρα της “Όσο κλάν' η αδελφή σου θα μυρίζει το ψωμί σου”. Άλλ' η αδελφή μου κατοικεί μακράν απήντα ο σύζυγος πως λοιπόν είναι δυνατόν να βρωμίζει το ψωμί.Πήγαινε και δύνασαι να το μάθης απήντησεν η σύζυγος.Ο σύζυγος μετέβη εις την αδελφήν του και παρεπονέθη εις αυτήν ότι ήτο η αιτία της κακής οσμής του άρτου.Λέγει αυτήν προς τον αδελφόν της ότι η συζυγός του ήτο κακών ηθών και το΄θτω ένεκα τον έστειλε προς αυτήν ίνα διασκεδάζη.Επιμένοντος δε του αδελφού της περί του εναντίον εστοιχημάτισαν να του δώση 300 γρόσια και τον γάϊδαρόν της ή να λάβει τα παρά του αδελφού της αν επηλήθευον οι ισχυρισμοί της.Μεταμφιεσθείσα δε και θέσασα εντός σάκκου τον αδελφόν της ήλθεν εις τον οίκον της νύφης της εν καιρώ νυκτός και την παρεκάλεσε να διανυκτερεύση εκεί. Η νύφη της τότε διεσκέδαζε μετά του αγαπητικού της και εχόρευε μετ' αυτού αδούσα.”Έστειλα τον άντρα μου να μην ιδή σταφύλι, όλος ο κόσμος γύρισε κι αυτός να μη γυρίση”.Ηνάγκασε δε και των ξένων να τραγουδήση.Αυτή δε ετραγούδησε:Σακκοτρούπη κοίταζε και το γαϊδουράκι ετοίμαζε και άκουγέ τα σακκοδεμένε και 'ς τον τοίχ' ακουμπισμένε και όσο κλάν΄η αδελφή σου και μυρίζει το ψωμί σου.