Το βρόντηξε
Comments and Use
Εχρεοκόπησε, καθ' όσον επί Τουρκοκρατίας ο μη έχων να πληρώση τοις πιστωταίς προσήρχετο εις την εκκλησίαν της ενορίας του και μετά την λήξιν της λειτουργίας εν υην αυλή αύτην εξωμολογείτο την ανέχεια ενώπιον των επιτρόπων και του εκκλησιάσματος, αφού πρότερον εποίε τριγονυκλεσίας και ησπάζετο τριά την εν των ναπείκονα του Σωτήρος Χριστου΄. Κριθέντος του αδυνάτου την πληρωμή υπό των επιτρόπων μετά πρόχειρον έλεγχον των εξόδων, ον ηκολουθούν συνήθως επιτημήσεις και συμβουλαί δια το δαπανηρόν του βίον του έλεγχομένου, ανήρχετο ούτος επί υψιλού λίθου ιστάμενου προς τούτο εν περιόπτω θέσει και καθήμενος επ΄αυτού προς κοινήν θέαν, τρις εκρότει ( εβρόντας τα οπίσθια επί του λίθου λέγων μεγαλοφώνως: δεν έχω να πληρώσω, δεν έχω να πληρώσω, δεν έχω να πληρώσω. Εντεύθεν διαδίδετο αμέσως ανά την πόλιν ότι ο δείνα ( το βρόντηξε). Εκλήθης της τιαύτης συνήθειας προήλθεν είτα επί χρεωκοπίας εκ των: Το βρόντηξε το κανόνι ή έρριξε το κανόν'