Browsing by Lemma "ζάντρα"
Now showing items 1-1 of 1
-
Η ζάντρα κοζάντρα
(1876)Ιστορ. εν Ρωσσία η ες αύριον αναβολή των εν τοις πράγμ. παροιμιώδης – Ξένος τις αγανακτήσας εφόνευσε τον αεί επαναλαμβάνοντα το “κοζαύρα” λεγών: Εφόνευσα την κοζάντραν”