Toggle navigation
Ελληνικά
English
English
Ελληνικά
English
Login
Toggle navigation
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Παραδόσεις: Recent submissions
Now showing items 2321-2340 of 6798
Σαμοβίλες
Αυτές τις αφαντάζοντο ου παλαιοί γυναίκες ντυμένες στα μαύρα.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Σαμοβίλες
Οι Σαμοβίλες ήσαν και καλές και κακές. Μπορούσαν να κάμουν και ζημιά και καλό. Έχομε το έθιμον και σήμερον να μη πίνωμεν νερό μόλις βραδυάση από βρύσι ή ποτάμι, διότι εκεί οι Σαμοβίλες μαζεύονται και μπορεί να την πατήσουν και τους κάμη κακό.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Κορυφαί Ατελείωτοι
Το βουνό είνε ατελειώτο. Ένω σωρό αι κορυφαί του. Η μία πίσω από την άλλην. Η μία επάνω από την άλλην. Στο Θυμίαμα στέκεται ο αγωγιάτης και σταυροκοπιέται. Είνε η θέσις που οι παληοί έκαιαν θυμίαμα για να φύγουν η Ξωτικές, που παρουσιάζοντο συχνά, φωτισμένες από τον ήλιο όταν έστρεφε στη δύσι του. Είνε ακόμη, επάνω σε μια πέτρα, καμμένα κάρβουνα και στάχτη από λιβάνι, ένα δυνατό ξόρκι για της νεράϊδες,...
Γεννιώτης, Κ.
(
1937
)
Από τ' άγρια βουνά μας
Πέρα, εκεί που ο καταρράκτης απλώνεται και σχηματίζει μια λίμνη, είνε η εξωτικές, άλλες αυτές νεράϊδες, που κρύβονται μέσα στα βράχια και της σπηλιές του ερημότοπου. Ξωτικές λέγεται και η θέσις και Ξωνέρια τα νερά που στάζουν από της γύρω πηγές, έως να φθάσουν το ανήσυχο τρεχούμενο αυλάκι που κυλιέται αέναα επάνω από τα γυμνά λιθάρια στα βάθη της φάραγγος.
Γεννιώτης, Κ.
(
1937
)
Πρόπαντη
Από πάνου από το δάσος του Λονταριού, σε βράχο, είναι μία χαράδρα βαθειά και απότομος. Λέγεται Πρόπαντη. Μέσα στο βάθος κάθουνται Νεράιδες. Κάποτε προ ολίγων ετών κατέβη ένας κάτω και του είπε η Νεράιδα «τι να σου κάνω που έχω λυμένο το παιδί μου τώρα». Και άλλοτε «τι να σου κάνω τώρα που χτενίζουμαι».
Τσίριμπας, Δημήτριος Α.
Χριστούγεννα
Τις βραδυές αυτές γυρίζουν έξω σαμοβίλες (=Νεράϊδες).
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Στοιχειά μεσαίας κάψης
Απάνου ‘ς του λόγγου είνι ένας άμπλας κι κει λέν πως πήι νια γναίκα κι κει πο παιρνι νιρό ήρθι ναι νιράϊδα κι τς πήρι τς φουνή τς.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Είναι μια βρύση στη Χούνη (Ευρυτανίας) που τη λένε Νιραϊδόβρυση. Την είπαν έτσι, γιατί αυτού πάγαιναν οι γυναίκες για ξύλα κι εύρισκαν εκεί πέρα από Νεράϊδες σφοντήλια.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Ανεμοστρόβιλος
Όταν γίνεται ανεμοστρόβιλος (Βιτριchτα) λέμε πως μέσα εκεί είναι οι Σαμοβίλες (= οι Νεράϊδες) και έχουν εκεί την νύφη και κάνουν τον γάμο της. Όποιος περάση προσπαθεί να φύγη γρήγορα από το μέρος αυτό, οι γυναίκες σκύβουν, σκεπάζουν το πρόσωπο με μαντήλι για να μην τας κτυπήσουν οι Σαμοβίλες. Για να διαλυθή ο ανεμοστρόβιλος αυτός που θα τον αντικρύζη λέει γρήγορα «λούκ λούκ λούκ» (Λούκ= σκόρδο).
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Γκιλλώνω= επί των προσβαλλομένων υπό δαιμονίων στοιχείων «τίποτε τον εγκύλλωσε» κάτι θα τον έχει πειράξει, «γκυλλωμένος» δαιμονιζόμενος Γκύλλωμα (το)= αγκύλωμα, η προσβολή των δαιμονίων.
Χαβιαράς, Δημοσθένης
Άβολος τόπος = Λέγεται περί τόπου, ένθα νομίζουσι ότι κατοικούσι Νεράϊδες, οίον Καλομοίρες, βρικόλακες
Κανελλάκης, Κωνσταντίνος Ν.
(
1889
)
Ντύσιμο με τομάρι για τα νεραϊδιακά
Όταν κανείς γυρίση στο σπίτι του από τα χωράφια τον ή από κανά ταξίδι σε κανά μέρος ακατοίκητο και πονάη το πόδι μου ή άλλος μέρος του σώματός του και δεν μπορεί να βρη θεραπεία με κανένα μίνον, τότε λένε ότι τον πείραξαν ξωτικά. Η μόνη θεραπεία σε τέτοιες περιστάσεις ευρίσκεται εις το εξής: Σφάζουν ένα πρόβατο, βγάζουν το τομάρι του και ντένουν το πονεμένο πόδι, χέρι ή ότι άλλο. Πρέπει να μείνη ντυμένο...
Τσίριμπας, Δημήτριος Α.
Φαντάσματα
Ήταν μια γριά μαμμή. Ο παπούς μου της έλεγε της γριάς, ότι θα σε κουβαλήσουν καμμιά βραδυά μέσα στις σπηλιές οι Σαμοβίλες (=Νεραϊδες). (Είχαν έθιμο, όταν εκαλούσαν τη μαμή σε μια γυναίκα που γεννούσε, έπρεπε να την καλέσουν μυστικά, να μην το μάθη κανένας για να μην έχη η γυναίκα που γεννά κακιά γέννα.) Κάποια Σαμοβίλα επρόκειτο να γεννήση. Τη νύκτα πήγε ένας άντρας κ εφώναξε τη μαμή να πάη να ξεγεννήση...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Μια θέση στου Παλιοκάτουνου την περιφέρεια τη λένη Νεραϊδόρραχη, γιατί κάπου εκεί βρήκαν σφοντύλια από Νεράϊδες.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Το στοίχημα
Μιαν κοπανιά βάλανε στοίχημα δυο γειτόνισσες. Η μια ήλεγε: «Εγώ, πάω νύχτα μεσάνυχτα στην Παναγία την Κεραγωνιώτισσα. – Δεν το πιστεύγω, γιατί φαντάσει – Πόσο ν’ το στοίχημα σου; - Πάω – Δεν πας – Πάω – Δεν πας. Εβάλανε στοίχημα και σκώνεται αυτή και πάει. Βρίσκει στην αυλή τσ’ εκκλησάς νεράιδες εγδυμνές κι εχορεύγανε. Ώστο να τσι δη αυτή, γδύνεται και πιάνει στην ομπρός μερά. Οι νεράϊδες ερχίξανε...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Ξωπαρμένος= ο βεβλαμμένος έχων τας φρένας επίσης. Γκελωμένος, αλλοπαρμένος= ο υπό των Νεράϊδων ή άλλων ένα τρίων δαιμονίων παραβλαφθείς. Ξωτικόν= εναέρτον δαιμόνιον, πνεύμα κακοποιόν «εξωτικόν ήπιασεν».
Μανωλακάκης, Παπαγιάννης
(
1894
)
Μια φορά – ήταν νύχτα – άκουσα μπάμ μπούμ, μπάμ, μπούμ: τούμπανα, βιολιά, γλέντια. Ήταν οι Νεράϊδες που σέρναγαν. Πήγαν πάνω στο Κεφαλόβρυσο (τοπωνύμ.) Έπαψαν τα όργανα. Τότε άκουσα τον κόπανο κάπ κούπ. Στάθηκαν κι έπλυναν εκεί πέρα. Τώρα που να ιδής Νεράϊδες. Μπήκαν μεσ’ στον κόσμο τα Δαιμόνια.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Η Νεράϊδες
Τα φαντάσματα των νερών. Πως φαντάζουνται οι Κρητικοί τις Νεράϊδες. Οι νεραϊδοχοροί. Το νεραϊδοφύσημα. Η ιστορία του χωριάτη που χόρεψε με τις Νεράϊδες. Το χρυσό ποτήρι. Η Νεράϊδες και τα μωρά. Γιατί τα πνίγουν. Η μαμή που καταράστηκε τη βατραχίνα. Στο παλάτι της Νεράϊδας κ.τ.λ. Σήμερα που γιορτάζουν και αγιάζουν τα νερά, θα σας διηγηθούμε κάτι για τα φαντάσματα, που βγαίνουν στα ποτάμια τις νύχτες....
Άγνωστος συλλογέας
(
1930
)
Την νύκτα αν κοιμηθή κανείς σε σύνορον χωραφιού με άλλο χωράφι υπάρχει φόβος να πάθη από τις σαμοβίλες (=Νεράϊδες). Μέσα στο χωράφι αν κοιμηθή κανείς δεν υπάρχει κίνδυνος γιατί το χωράφι σταυρώνεται κατά το όργωμα. [Σωσάνδρα= παλαιόν όνομα Πρεbόδιστα.]
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Ξουτκά (η) πληθ. ξουτκές, ξουτκά, ξουτηρκά όλαι αι λέξεις αύται λέγονται δια τας Ανηράδας, όπως άλλως λέγονται και σημαίνουσι τα κακά πνεύματα, τα οποία τας νύκτας περιφέρονται ιδίως εντός των ρευμάτων και γίνονται ενίοτε θεατά υπό ανθρώπων, ως πιστεύουσιν ακόμη σήμερον τινάς επί των απλουστέρων. Στοιχειό (ουδ) πληθ. τα στοιχειά φρ: αυτό του σπίτι έχι στοιχειό, δηλ. φάντασμα.
Ιωαννίδης, Σωτήρης Ν.
«
»
Search Digital Repository
This Collection
Browse
All of the Digital Repository
Archive & Collections
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
This Collection
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
My Account
Login