Toggle navigation
Ελληνικά
English
English
Ελληνικά
English
Login
Toggle navigation
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
Homepage
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Recent submissions
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Παραδόσεις: Recent submissions
Now showing items 2101-2120 of 6798
Η στρίγγλα δεν ακούστηκε ποτέ να κάμη κακό, ούτε μιλάει. Φέρνει το φόβο.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Γυλού λέγεται εκείνη που έμεινε μόνη από την οικογένεια εις το σπίτι. Κάποια τέτοια έλεγε: «Ήμουνε μάτια μου γυλού, κι έφαγα τ’ αδέρφια μου» (Βλ. συνεχ. σελ. 204: εις το δέρμα)
Κασιμάτης, Ιωάννης Π.
(
1958
)
Έχομε ένα σπίτι στο χωριό. Εγέννησα το πρώτο μου παιδί τριώ μερώ λεχού. Εκεί το λοιπό που κοιμούτανε μες στη κρεββατοκάμαρη είχε θράπα (=κατεβατή στο υπόγειον). Εκεί το λοιπό βλέπω μια χέρα χωρίς κορμί και παίρει το παιδί από δίπλα μου και το ‘βαλε χάμαι. Εγώ χωρίς να μιλήσω, σκύβω, και πιάνω το παιδί όμορφα όμορφα και το βάλω δίπλα μου. Δεν εμίλησα γιατί είχα ακούσει από τη μάννα μου πως όταν μαντατέψης...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1958
)
Οι Στρίγγλες αυτές βγαίνουν και ‘υρνούν αφ’ της Αιάς Αναστασίας 22 του Δεκέμβρη μέχρι τα Φώτα και αυτές είναι στρίγγλες και βγαίνουν τότε γιατί ‘εννήθηκαν την ώρα που ‘εννήθη ο Χριστός.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Κιάτρα αλί βούλπιλε
Μια παράξενη γκριζόασπρη αλεπού, πιο μεγάλη απ’ τις άλλες αλεπές, ερχόταν τις νύχτες και καθόταν σε μεγάλη πέτρα της Βεντίστας. Απεκεί αφουγκρόντανε και επισκοπούσε τα τριγύρω χωριά. Η παράδοση αναφέρει ότι η αλεπού αυτή δεν έτρωγε πουλιά και αγρίμια, μόν’ άρπαζε κι έτρωγε μικρά παιδιά. Οι κάτοικοι λένε πως δεν είταν αλεπού αυτή που άρπαζε κι έτρωγε τα παιδιά, αλλά η πιο άγρια μοίρα, η Ρπάγου που...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Λένε πως υπάρχουνε και στρίγγλες.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1960
)
Νεράϊδες
Γελλού= νεραΐδα
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
Ασκητής και Λάμια
Ήταν μια φορά ένας ασκητής με το όνομα Ησαΐας. Αυτός έμενε στο βουνό, μακρυά από τον κόσμο. Είχε μια αδελφή παντρεμένη σε χωριό. Αυτή έκανε δυο παιδιά αλλά τα έχασε και τα δύο την πρώτη βραδυά της γέννας. Δεν μπορούσε να καταλάβη πως εγίνονταν αυτό. Όταν ξαναέμεινε έγκυος, φοβισμένη όπως ήταν από τα δυο πρώτα παιδιά που έχασε, αναγκάστηκε να πάη στον αδερφό της τον ασκητή για σωτηρία της. Επίστευε...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Οι Στρίγγλες βγαίνουσί το βράυ λαο (γ)υρνούσι είναι σαν υπνοβάτες.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Οι Στρίγλες
Στ’ Αφάντου λέσιν πως έχει γυναίκες που γυρίζουν τα βράδκυα του Σαρανταμέρου στα ξένα σπίτια και πνί(γ)ουν τα μωρά παιδκιά. Και τες γκαστρωμένες γυναίκες τες κάμνουν να πιαλλωθούν. Ένας καφετζής Φαντενός είχε ένα μωρόν παι(δ)άκι, και κάθε βρά(δ)υ (δ)εν το φήννασιν να κοιμηθή και πίσω, πίσω επνίξαν το. [Αφάντου= Χωριό, λέσιν= λέγουν, πιαλλωθούν= Κάμνουν αποβολή]
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1939
)
Ένα θαύμα των στριγλών
Ο καπετά Νικολής του (Δ)ημήτρη, είχε συρμένο το καϊτσι του στον Ημπορειό στο Τσεφαλάτσι τσαι κάθα πωρνό το βριστσέν αραμένο στη Πλάκα τσαι πάλι τα ίδια, αλλού είχε –ν από σπέρα σιουραρισμένο το καΐτσι του τσ’ αλλού το βριστσε το δε πωρνό. Εκακόαλε λοιπό τσαι μια βραδειά – ν από νωρίς επήε τσ’ έκλει ώθητσε μεσ’ στηκ κάμαρα του καϊτσού να η τία θα ενή. Ετσεί α κατά τα μεσάνυχτα θωρεί τρεις στρίγγλες...
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.
;
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ.
(
1935
)
Η Στρίγγλα της Νιάντσας
Στη Μούρσα (χωράφι) του Μπόκα, κάτω στη Χαλικαργιά (τοποθεσία με χαλίκια) ήταν ερμιά και λάκκος και κάτι πλατάνια μεγάλα και χοντρά, που δεν μπορούσαν να τα σφίξουν πέντε άνδρες. Εκεί ήταν μια στρίγγλα. Βήκε μια βολά να φάη μια γυναίκα – αυτό το έλεγαν οι χωριανές όλες – κι αυτή γούργιαζε και πρόφτακε και κόλλησε στον πλάτανο αψηλά. Η στρίγγλα άρπαξε τον πλάτανα δάγκα. Η μαυρογυναίκα τότες μουλάει...
Ιωαννίδης, Κωνσταντίνος Θ.
(
1963
)
Η λεχώνα και το παιδί μπορεί να πάθη κάτι κακό. Μια φορά μια γυναίκα μόλις γέννησε και ήταν ασαράντιστη, εμπήκε ο άντρας της στο σπίτι, μέσ’ στο σταύρωμα της νύχτας (=μεσάνυχτα) και μαζί του μπήκε το κακό. Είδε που κάτι τη χτύπησε στα μάγουλα. Το παιδί πέθανε και αυτή ήταν άρρωστη σ’ όλα τα χρόνια που ‘ζησε. Άμα νυχτώση πολύ δεν πρέπει ν’ ανοίξη στο σπίτι να μπη κανένας μέσα. Σε πολύ ανάγκη θα βγάλη...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
Στρίγγλες
Οι χωριάτες τ’ Ασπροποτάμου, φαντάζουνται τις Στρίγγλες, σαν φτερωτά άσχημα και ελεεινά τέρατα, που πετώντας τριγυρίζουν στις κούνιες των μικρών παιδιών, για να ρουφήξουν και χορτάσουν από το αίμα τους. Κάθε αρρώστεια των παιδιών αποδίνεται στη καταστρεπτική τους επίδραση.
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Νεράδα και Νεράϊδα= Στοιχειά θηλυκά όπου υπάρχουν νερά πιστεύουν ότι άμα τας ομιλήση τις του παίρνουν την φωνήν.
Μανασσείδης, Συμεών Α.
(
1882
)
Στρίγκλες. Είναι δαιμόνια κακοποιά, που πνίγουν τα μωρά τα αβάφτιστα.
Φραγκάκι, Ευαγγελία Κ.
(
1949
)
Γελλού
Ένας ήρτεν αφ’ το χωράφιν κ ήταν η γυναίκα του λουχούσα. Ειπάν του ν’ αφήκη τα παπούτσια του όξω και να μπή μέσα, γιατ’ ήταν νύχτα. Ηφηκέν τα όξω κι ήμεσα – μέσα. Επέρασεν κάμποση ώρα κι ήρτεν η Γελλού απ’ όξω και του φώναζζεν. «Έ Κώστα, Κωστή, τα παπούτσια σου ήφηκες οξω, άμμ αν έρτη, και σου τα πάρη κανείς;» Ήκαμεν να βγη όξω, μα εν τον εφήκον οι γυναίκες, γιατί αν άνοιγεν την πόρταν, ήθεν να μπη...
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Οι Στρίγλες
Είναι γυναίκες δαιμονισμένες, γυρίζουν τοις νύχτες και έχουν υπερφυσικές ιδιότητες. Η εποχή που πλεονάζουν είναι το Σαραντάμερο. Η φαντασία του λαού τοις περιγράφει με σηκωμένα τα μαλλιά της κεφαλής τους να τριγυρνούν και να ουρλιάζουν κατά τρόπον τρομακτικόν. Απ’ αυτό και αι εκφράσεις «στρίγλικη φωνή», «φωνάζει σα στρίγλα», κ.λ.π., υπάρχουν δε και άντρες στρίγληες.
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.
;
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ.
(
1935
)
Ανεράϊδα πληθ. Ανεραΐδες = αλλαχού νεράϊδα.
Κοκκολάτος, Κλεόβουλος, Χρ.
(
1894
)
Η Στριγγλιάρου της Χουτιάνας
Ανάμεσα από τα βλάχικα κονάκια και το μεγάλο αρκουδοπούρναρο, καμμιά πεντακοσαριά μέτρα πάνου κατά τον Κόζιακα υψώνονται μια γιγάντια καρυδιά. Η παράδοση αναφέρει πως κάτω απ’ την καρυδιά, ανοιγόνταν μια κουφάλα, μες την οποία ζούσε μια άσχημη μονόμματη γριά που οι κάτοικοι καλούσαν «Στριγγλιάρου». Τις νύχτες η Στριγγλιάρου, έβγαινε απ’ την κουφάλα και καβαλλώντας ένα μακρυκάρυνο κλωνάρι με φύλλινη...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
«
»
Search Digital Repository
This Collection
Browse
All of the Digital Repository
Archive & Collections
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
This Collection
Place recorded
By Time Recorded
Authors
Lemma
Legend classification (acc. Politis)
Source index
Titles
My Account
Login