Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1201-1300 από 5927
Μέγα μόνη φα' μέγα λόγος με λες
(1938)
Μέγα τεμάχιον φάγε, μεγάλο λόγο μη λέγης
Η καμήλα ε χωρρεί την καμπούραν της παρά χωρεί του παιγκιάν της
(1894)
Χωρεί = θωρεί = βλέπει
Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει
(1963)
Βίαιαι και άπρεποι εκφράσεις πληγώνουν ψυχικά και γίνονται πολλάκις αιτίαι σοβαρών ζημιών
Το κάμι η 'ναίκα καμναίνει την Τζερετσή
(1951)
Η κακιά γυναίκα δουλεύει την Κυριακή. Η κακή, η απρόκοφτη νοικοκυρά δουλεύει την Κυριακή, την ημέρα δηλαδή που είναι αμαρτία να δουλέψεις
Βίνεψεν gως
(1951)
Πέταξε κώλο. Έγινε αδιάντροπος, πήρε τον κατήφορο, έπεσε στη διαφθορά
Σου κου το κατζί 'τιν gρούς;
(1951)
Στου κώλου το λόγο βάνεις αυτί; Όταν κανείς δίνει σημασία σε λόγια ή σε βρισιές από πρόστυχους
Τρανόν βούκαν φα, και τρανόν λόγον μη λες
(1939)
Μεγάλη μπουκιά φάγε, και μεγάλο λόγο μη λες
Τήγ χολή σ άπς ς σόμ πιρνόν και την δουλειά σ μή αφήνεις 'ς σόμ πιρνον
(1874)
Την μέν χολήν άφες ες αύριον το δ' έργον (;)
Πήρενα λαγός το μπαΐρ
(1938)
Μπαΐρ = ύψωμα, λόφος
Το σχοινί του χωριάτη μονόν δεν φτάνει και διπλόν φτάνει
(1940)
Συλλ. μαθήτριας Κυριακής Ζαχαρίου
Κόψε μ' αγά μου, ν' αγιάσω
(1876)
Η μιά κόβει και η άλλη ράβει
Όταν κατά τας συνομιλίας των γυναικών, εις τα ψεγάδια της μιάς προσθέτη η συνομιλούσα και άλλα
Ο παπάς όποιον βλέπει, εκείνο θυμιάζει
(1920)
Παραδείγματος χάρη: θένε δύο μαθηταί να πάνε πεσκέσι σε ένα δάσκαλο και ντρεπούdενε και ο πατέρας των λέγει: Πάαινέ το, βρε Γιώργη, συ, μα ο παπάς όγοιο βλέπει, εκείνο θυμιάζει.
Ξει κοιλιές και κάμνει φανάρια
(1922)
Ερμηνεία: Επί των ουδέν επάγγελμα μεντιόντων
Έχε καθάριο πρόσωπο για τσου καλούς γειτόνους
(1952)
Να είσαι ειλικρινής κ' ευγενικός στους καλούς σου γειτόνους
Μάννα τίναν επέρες και πάντα λέγιε με την παλαιάντριστος ο γυιον;
(1895)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ήφαένε τη τσεφαλή του
(1957)
Υπέστη ανεπανόρθωτον ζημίαν
Να ΄ρκεσαι τσαί να μυρίζης
(1934)
Ερμηνεία: Προς τους καθιστώντας οχληράν την παρουσίαν των εις μίαν συναναστροφήν λόγω της συχνής και φορτικής επισκέψεώς των
Τρανή βούκα φάγ', τρανό λόγου μη λες
Για τους παινεσιαρήδες και αυτούς που λένε πάντα μεγάλα λόγια, κι ανώτερα από τις δυνάμεις τους
Ένας κακός χρόνος περνάει, μα έναν κακό γείτονα δεν τονε ξεφορτώνεσαι
(1952)
Ιδιαίτερα στα σωριά, που τα σπίτια είναι πατρογωνικά
Καθένας το καλύτερόν του γυρεύγει
(1876)
Για το συμφέρον του, σύμφορόν του πολεμά
Αγιά Βαρβάρα 'γέννησε, άις Σάββας το δέχτη κι άις Νικόλας έτρεξε να πά να το βαφτίση
(1885)
Της Αγίας Βαρβάρας, του αγ. Σάββα και του αγ. Νικολάου (4-6 Δεκεμβρίου)
Αν έχ' η νύφη μας βήχα, ρωτάτε τσου γειτόνους
(1952)
Παλική, από τη συλλογή Λιβιεράτου
Πέ μου τόν φίλον σου νά σού πώ ποιός είσαι
(1954)
Ερμηνεία: διά τήν σημασίαν πού έχει η συναναστροφή επί τόν χαρακτήρα τού ανθρώπου
Ηύρ' από γόνους γόνατα
(1953)
Λέγεται επ' εκείνων, οίτινες κληρονομούν εκ συγγενών των μεγάλην περιουσίαν.
Κανένας μεγάλον σκατό να φάη μεγάλον λόου να μην πη
(1894)
Από παραμύθι
Αρκόντισσα κ' η παστρική, ξεσυναρίζου(ν)νται μαζή
(1896)
Διότι η καθαριότης αξιούται περί τω πλουτώ
Που δεν ακούει του 'ονιού, παραωνιάς καθίζει
(1963)
Παραωνιάς=στην άκρη. Δηλαδή όποιος δεν ακούει τους γονείς του, παραμερίζεται, δεν πετυχαίνει στη ζωή.
Ο πρώτος δάσκαλος του παιδιού είν' ο ονιός
(1963)
Δηλαδή η πρώτη αγωγή καλή ή κακή δίδεται στο παιδί από το γονιό, κυρίως με το παράδειγμα.
Α τη 'ούλα bαίνου dα κάλλη
(1963)
Δηλαδή όποιος τρώει ομορφαίνει.
Σέρνει ο Γιάννης τον Γιάννη κι η Γιάννενα το Γιάννη
(1938)
Οι όμοιοι κάνουν παρέα
Τση Αγίας Μαρίνας σύκο, τ' Άη Λιού σταφύλι και τον Αύγουστο μαντήλι
(1948)
Να πούμε γένεται η είσπραξη
Πετουν οι πέρτκες
(1938)
Δηλαδή, φεύγουν τα φελιά (το ψωμί)
Τον έγδαρε με το στουρνάρι!
(1953)
Η παρομοιώδης φράσις έχει και μεταφορική σημασία, π. χ. Αν μου πέση στα χέρια μου ο αχάριστος, θα τον γδάρω με το στουνάρι. Εννοεί ότι θα τον πλέον σκληρόν τρόπον!
Θάμασμα, μωρέ Μανώλ', δυό σταφύλια σ' ένα κλήμα!
(1937)
Η παροιμία αυτή λέγοταν ή με προσποιητό θαυμασμό ή ερωτηματικά, και αφορούσε τοις ανθρώποις οι οποίοι εκπλήττονταν με σύνηθη πράγματα
Άκουε βελόνισ στον τοίχον
(1940)
Όπως το βελόνιν εις τον τοίχον δεν ακούει ούτω πως και ο αποφασισμένος να μη προσέξη εις τας συμβουλάς μας
Εκόλλησεμ πάνω μου σαν την αβdέλλα
(1940)
Επί απαιτητικών αναιδών. Εικών από την παλαιάν ιατρικήν συνήθειαν να γίνεται αφαίμαξις δι' αβδέλλας
Βουθά η κουμέρα της η Λαμπρού
(1940)
Προέκυψε από τον μύθον καθ' όν οκνηρά και ανόητος γυναίκα, αντί να νήθη, όπως η τότε συνήθεια, έρριπτεν εις την φωτιάν το βαμβάκι, που έπρεπε να κλώθη. Εις κάποιοαν ερντήσασαν αυτή μόνη δεν εργάζεται απήντησεν οτι ετελείωσε ...
Με το βελόνι γυρεύκει ν' ανοίξη λάκκον
(1940)
Δια τους ματαιοπονούντας να πραγματώσωσιν έργα ανώτερα των δυνάμεων και των μέσων που διαθέτουσι
Κάλλι αργά παρά ποτέ
(1957)
Το σκύλο αγγτσεψο το λυσάμπρ έτοιμο ποίσω
(1881)
Σημείωση: Λυσάμπρ = περιλέμιον των κυνών με καρφιά εξαίχοντας τα οποία προφυλάτουσιν αυτόυς από των άγριων ζώων
Κάθουμαι πάσ' στα βελόνια
(1940)
Τα βελόνια, τρυπούσι ώστε να αδυνατή να καθήση τις επ' αυτών. Επί αγωνιώδους αναμονής
Να σε κάψω, Γιάνν' - να σ΄αλείψω μίξα να γιάν'
Ερμηνεία: Γι' αυτούς που είναι έτοιμοι, αφού σε βλάψουν, ύστερα να σε βοηθήσουν
Πε, πε, εν να το πη τζ' ο κώλος σου
(1948)
Ερμηνεία: Για τη κατάχρηση, που κάνει κανείς, άμα λέη και ξαναλέη ένα ευχάριστο γι' αυτόν πράγμα
Ντρουπίτσα τρώει πιτρίτσα
(1889)
Τι μοι κάθησι σαν τον Τσιν Αλή;
Ερμηνεία: Λέγεται ότι ήταν ένας ατσίγγανος ονομαζόμενος Τσιν Αλή, που είχεν εξωγκωμένους τους γλουτούς και δεν μπορούσε να καθίσει αναπαυτικά, άν δεν έσκαβε προτήτερα λάκκο, όπου να βάλει τα εξωγκωμένα μέρη του. Τη φράση ...
Τα λέγ' την πεθερά, για να τ' ακούσ' η νύφ'
Γνωστή η παροιμία για τους υπαινιγμούς, που κάνει κανείς όχι απευθείας, αλλά πλαγίως
Κοντά 'ς το νουν κ' η γνώση
(1895)
Ερμηνεία: Επί φροφανεστάτων
Περασμένα, ξεχασμένα
(1938)
Ο χρόνος φέρει την λήθην
Το πολύ το Κυριελέησον το βαριέται και ο παπάς
(1941)
Η επαναληψις της υπομνήσεως των σφαλμάτων μας είναι ανυπόφορος. Επί οχληρών προστατών
Πρίν το κάμης να σκεφθής
(1940)
Συλλογή μαθητής Κυριακή Ζαχαρίου
Παιΐ τσαι 'ουρουνατσι κατά πως το μάθης
(1932)
Παιδαγωγική παροιμία κηρύττουσα την δύναμιν της αγωγής
Άλλ' πέφνα κι άλλ' σκόνται
Τίποτε δεν είναι εδώ στον κόσμο σταθερό και μόνιμο. Οι ευτυχισμένοι μπορεί να δυστυχίσουν, κι ανάποδα
Αυτός αφεαυτού του το έπαθες
(1874)
Ερμηνεία: Τους εαυτών πτέροις αλίσκεσθαι και οι κούροι ούτοι τοις εαυτών ιμάσι δεσμούνται
Τώχει Πρέβεζα το σπίτι του
(1926)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Του πολύ του Κύριελέησον, του βαρυέτι κι ο παπάς
Τον φλύαρο και τον φορτικό, τον βαριέται κανείς, όπως ο παπάς το πολύ το Κυριελέησον
Του χουριό δεν τουν θέλ', του παπά του σπίτ' γυρεύει
(1893)
Ερμηνεία: Ενώ δεν εισακούεταί τις, κακώς ποιεί λέγων
Αφίν' μ bίττα κι καίϊτι για να μη δώκ' ένα φιλί
(1915)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Το ζουμί ζημιιά δεν κάνει, όσο φας και τ' άλλο χύσ' το
(1908)
Επί απλών φαγητών
Πάει σαν το σκυλί στ' αμπέλι
(1912)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μια φορά γελειέται η γριά!
(1909)
Μου κάνει κουφά αυτιά
(1918)
Ερμηνεία: Προσποιείται οτι δεν εννοεί τα υπ' εμού λεγόμενα
Της έδωσε όσες τρανά ο Μάρτης
(1884)
Από παραμύθι
Είν' απού τήμ bάρι δεν είν απού τή δώσι
(1915)
Προστακτικαί
Τα δικά μας των γειτόνων
(1915)