Αναζήτηση
Αποτελέσματα 111-120 από 708
Ανdί κόνκα κάτσες σό ιλέσιν bάνου, κόλλτσες, αφ' τζού 'ρτες
(1951)
Σάν όρνιο έκατσες στό ψοφίμι απάνου, κόλλησες, πίσω δέν ήρθες. Σε κείνους πού όταν μυριστούνε κάπου κέρδος, κάθονται εκεί καί ξεχνούν όλα τ' άλλα
Ο λύκος σαμού συννεφϊέζ' ο χαβάζ', 'υρεύει τα
(1951)
Ο λύκος όταν συννεφιάζει ο καιρός, του αρέσει
Ο αγός δέβη 'γνένdα
(1951)
Ο λαγός πέρασε αντίκρυ
Είπαν 'dι σο λύκο κι : Ο φσόνdυος σου σοτίπως εν bασύ; Τσ είπεν 'dι : θωρώ τα μαναχό μου τ' όργο μου
(1951)
Είπανε στο λύκο: Ο σβέρκος σοτ γιατί είναι παχύς; Κι είπε: βλέπω μονάχος μου τη δουλειά μου, Τη δουλειά του ο καθένας, αν θέλει να γίνει σωστή, πρέπει να την κάνει ο ίδιος, Ποντ, Α.Π. αρ. 1654 : Τον λύκον είπαν ατον : “ Η ...
Ο μάστρος γίσκαλακία τζο τρώει
(1951)
Ο μάστορας κολοκυθάκια δεν τρώει
Ο Μάρτης 'ύρεψεν α ημέρα 'ς τον Απρίλ' δανεικό, να μbάσει τη γρα σο χαρϊένι
(1951)
Ερμηνεία: Ο Μάρτης γύρεψε μιά μέρα από τον Απρίλη δανεικιά, για να μπάσει τη γριά στο καζάνι. Συνοδεύεται από κείμενο...
Ατσονdου μη νοίζεσαι το κρύο 'α σε πάρει ταρνά
(1951)
Τόσο μην ανοίγεσαι το κρύο θα σε πάρει γλήγορα
Ο Μάρτης 'ς τό μέγον dή Σαρακοστή τζο λείπει
(1951)
Ο Μάρτης από τή μεγάλη Σαρακοστή δέ λείπει
Γω έπα, συ μέτ΄σες
(1951)
Εγώ ήπια, συ μέθυσες. Όταν άλλος είχε τη στενοχώρια κι άλλος άναβε κι ήταν έτοιμος για καβγά
Γω φτένω τα βάτι σα φσάχε μ': Όνdουνους κορίτσι α πάρει, να κούσει το σάσι τσαι στέρου νdα πάρει
(1951)
Εγώ αφήνω διάτα στα παιδιά μου: Οποιανού κορίτσι θα πάρει, ν' ακούσει τη φωνή της κι ύστερα να την πάρει. Να μην παντρεύεται κανείς, προτού γνωρίσει έστω και λίγο τη γυναίκα που θα πάρει. Εκείνα τα χρόνια ο γαμπρός, ως την ...