Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 131
Κόchινα νέφη: μαύρα νερά
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Άμα βρέξη ο Μάρτης τζιαι πουμπουρίζη, λαλεί: “Μιchά, μιάλα κλουθάτε μου” τζιαι πολοήθην το ρόβιν τζι' είπεν του: “Τζιαι γιω που 'μαι που κάσ' στοβ βώλον;” “Εσού μιτσίν, μα καρπερόν”
(1945)
Πολοούμαι= απαντώ, απολογούμαι, Συνοδεύεται από κείμενο...
Ο Λευκονιτζιάτης έγ καβάλλαν πά στά νέφη
(1945)
Ο κάτοικος του Λευκονοίκου, και γενικά ο γεωργός, περισσότερο δε ο καλλιεργητής σιτηρών, είναι καβάλλα στά νέφη, αναμένει δηλαδή και εξαρτάται από την εύνοια του καιρού για την επιτυχία τής εργασίας του
Άμα ςhιονίση ο Οκτώβρης πούλληνε βούδκια τζιαί γόραζε σιτάριν
(1945)
Σαν τύχη και χιονίση ο Οκτώβρης ο καιρός προβλέπεται άσχημος για την γεωργία και την κτηνοτροφία
Από Μαρτιού καλοτζιαιρκού τζι απ' Άουστον ςhειμώναν
(1945)
Ερμηνεία: Από του Μαρτίου και εμπρός αρχίζει το καλοκαίρι, κι' από τον Αύγουστο ο χειμώνας
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης τοσ σίταρον μέσα να λειβα(δ)ΐση να μπη μέσα ο θεριστής τζιαι μέσα να θερίση
(1945)
Λειβαΐση = να παρουσιάση όψη λειβαδιού, να αναπτυχθή πολύ καλά
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης τ' αμπάρκα γεμωσμένα
(1945)
Αμπάριν, το = αποθήκη, σιταποθήκη