Αναζήτηση
Αποτελέσματα 81-90 από 189
Δί dό 'χω που πνίγομαι, μόνε που βιδιάζ'
(1938)
Οι καταστρεφόμενοι, μετά τήν πάροδον του κινδύνου, θλίβονται περισσότερον από εκείνους που χάνονται μαζί μέ τον κίνδυνον. Η λέξις βιδιάζ' (= ευδιάζει) δεν ήτο εν χρήσει εις τήν ομιλίαν ήτο όμως γνωστή η σημασία της
Σ' ήρτε ένα, περίμενε κι' άλλο
(1938)
Όταν επήρχοντο αλλεπάλληλα ατυχήματα
Παράργησες, γιαρένη μου, χορτάριασε η αυλή μου
(1938)
Γιαρένη = λέξις τουρκική ερωμένος
Πάω να ρωτήσω τ' γενιά μ' κι χάνω τ' bροξενειά μ'
(1938)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Το νου μ' διφτέρ' θα 'χω;
(1938)
Την έλεγαν εν νευρικότητι, συνήθως όταν εδανείζον προσωρινώς και ο δανειζόμενος ήρνειτο να τα επιστρέψη με την πρώτην ζήτησιν
Π'λεί κανέλλα
(1938)
Π'λεί = πωλεί
Διε γούγια και πάρε παιδί
(1938)
Είν' η νύφη μας τσιμπλιάρα. Είν' από το χ'μώνα. Τ'νε ξέρουμε κι' απ' του καλοκαίρ'
(1938)
Δι' εκείνους οι οποίοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν και καλύψουν τα ελαττώματά των
Κι μένα πχισμόζιμ τ' αdρού μ' η θάνατος
(1938)
Πχισμόζιμ, sic=η θλίψις μου
Τράβηξε τσή 'λιάς τά φαρμάκια
(1938)
Σημαίνει ότι υπέφερε πολύ. Ελέγετο συνήθως διά τάς αραβωνιασμένας, όταν ο μνηστήρ εδυστρόπει νά δεχθή τόν γάμον, προβάλλων διαρκώς νέας απαιτήσεις