Αναζήτηση
Αποτελέσματα 111-120 από 139
Αμ μέδ δολώσης εμ πκιάννεις
(1931)
Αν δεν υποχωρήσης σε λίγα ή αν δεν προσποιηθής τον φίλο, δεν θα καταφέρης έναν άνθρωπον εκεί που θες
Χέμα φτύμμαν, χέμα κώλον;
(1931)
Μαζί καί φτύμα, μαζί καί κώλο; Γιά κείνους πού θέλουν νά τούς τά κάνης όλα έτοιμα, χωρίς νά κοπιάσουν τό παραμικρό αυτοί
Στα γεράματά μας τζέρρατοι
(1931)
Για κομψευομένους γηραλέους
Ο παθός εν ο γιατρός
(1931)
Αγκρίστηκεν η καλή μου τζαι πα να τημ μερώσω έαγ καθίζιγ κότσιρους να της παρασονώσω
(1931)
Μ'αλωσε η αγάπη μου, πάω να τη την αγαπήσω, ένα καζάνι κόπρανα να της τα παραχύσω. Πέιραγμα σ' ένα που κακοφανίστηκε μαζί μου, χωρίς να τον αγαπώ και χωρίς να μ΄ενδιαφέρει
Τον αγαπάς ξητίμαζε τζαι τομ μισάς σαιρέτα
(1931)
Βρίζε κείνο που αγαπάς κι όποιο μισάς χαιρέτα)
Αρρωστοφαγιά, κατεβασιά της πείνας
(1931)
Για κείνους που προσποιούνται τον άρρωστο, για να φάνε κανένα καλό φαγητό
Είπεν ο γάδαρος στομ πετεινόν “ωρέ, τζεφαλήμ που την έσεις!”
(1931)
Δηλαδή δικά μας μεγάλα ελαττώματα δεν βλέπουμε και κοιτάμε τ' ασήμαντα στους άλλους
Με ξένοσ στόμαν εν τρώω
(1931)
Πρέπει δηλαδή να κάνης μια δουλειά εσύ ο ίδιος αλλιώς ο άλλος δεν θα σου την κάνη καλά
Ο κάττος τζι αν εγέρασεν, τα νύσα πούσεν έσει
(1931)
Ο γάτος κι αν εγέρασε τα νύχια πούχε τάχει. Δηλαδή, και στα γεράματα θάχη τες κακίες ο άνθρωπος, που τες είχε στα νιάτα του