Αναζήτηση
Αποτελέσματα 131-140 από 591
Μ' έρρξι απού κούτσουρου σι λ'θάρι
(1925)
Παροιμία λεγομένη προς τον διεκφεύγοντα εκ αξίωσιν τινος με διάφορα προσχήματα
Τού πήρ' μι έχου κί βιρισέ
(1925)
Παροιμ. Φράσ. = το πήρε φτενά
Τράει τ΄ αστέρια αυτός
(1925)
Είναι υπερήφανος, υπέρ εγωιστής
(Κάθεται και μ' ανεκαιρώνει) παλαιού αρραγού βαστάγια
(1925)
Ανεκαιρώνω = ανανεώνω, αναμιμνήσκομαι τι, αναμιμνησκόμενος μου αναφέρει παλαιά, λησμονημένα πράγματα
Ο καλόερος κοιμάται, κι ο Θεός του μαερέβγει
(1925)
Το λέμε σαν έρθη σε κανέναν άνθρωπο, κανένα καλό χωρίς να το καρτερή
Απίσω κόβγει το κοπίδι
(1925)
Ύστερα θα μετανοιώσης μα θαν αργά τότες
Τα πέταλα θα μάης;
(1925)
Περίπαιγμα
Και η νουρά της κομμένη, και η γλώσσα της απλωμένη
(1925)
Επί ανηθίκου, αλλά και γλωσσώδους γυναικός
Δεν έχει το Θεό του
(1925)
Επί κακού και ευφυούς