Αναζήτηση
Αποτελέσματα 701-800 από 1012
Ποίσον καλόν και σύρον άτο 'ς σογ γιαλόν
(1874)
Ερμηνεία: Ποίησον το καλόν και ρίψον εις τον αιγιαλόν. Η Δηλούσα ότι το καλόν τεύξεται αμοιβής ποτε
Και μαναχόν και ακριβόν κ' ημάννα τ' άλλο κ' εσει
(1874)
Και μοναχόν και ακριβές και ημίτηρ έτερον ουκ έχει
Τημ μυμύαν καμέλιν ποίει
(1874)
Την μύιαν καμήλον εποίει
Όπου και αν πάη μαύρα ωβγά ωβγάζει
(1874)
Ερμηνεία: Επί των πανταχού ανικάνων ή κακοήθων φαινομένων
Ο στραβόν όσον τερεί τον Θεόν ο Θεγός πα ατόσον τερεί εκείνον
(1896)
Ερμηνεία: όσως τα υπό του Θεού τω ανθρώπω δωρούμενα αγαπά εισώ ανάλογα του βαθμού της εναρέτου αυτού πολιτείας. Προσέτι δε όσον τις τιμά όσον τις τιμά και αγαπά τόσον τιμάται και ανταγαπάται
Λόγια λιπαρά και φαγί ανάρτυτα
(1874)
Λόγοι μεν λιπαρά, εδέσματα δ' ανάρτητα
Σ σο κιφάλι σ ντο έρται θα σύρης ατό
(1874)
Ό,τι αν επί την κεφαλήν σου επέλθη υποίσεις
Για μ' κόφτεις το ταγίνι μ'
(1874)
Μη τσι μου το επισίτιον αφαιρέσεις
Κρίμαν σσο βούδ ντο έσπαξαμε και σσημ χαράν ντ' εποίκαμ
(1874)
Την άλλως εσφάξαμεν τον βουν και εχάρημεν χαράν. Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη υπό αποτυχόντων ελπίδος τινός “λύκον χανών” (Λουκ. Ον κ' Αλεκτ. Τομ Γ, 13) ή λύκος χανών διακενής κ' εισηεί μάτων λύκος χανών, “άνθρακες ο θησαυρός” ...
Με το κοσκίνιν νερόν θια κουβαλώ σ σογ γάμο σ'
(1874)
Ερμηνεία: Ειρωνική ή χρώνται αστείως προς ποιησαμένοιε εκδούλευσιν τινα
Ότι θτύφτης 's σ' τσανάκι σ θεά ευρήκης 's σο χουλιάρισισ σ
(1874)
Ότι αν θρύψης εν τω λοπάδι ευρήσκης εν τω κοχλιαρίω
Ας έναν την τσίπημ' εβγάλλω και βάλλω (;) άλλο
(1874)
Ερμηνεία: Οίκοθεν, οίκαδε
Χίλιοι διαυταγωγοί κ' ένας νοικοκυρά
(1874)
Χίλιοι διατάσσοντες και μια οικοδέσποινα
Ας εφτά πηγάδια νερόν έφερα κ' εκέρασ άτον
(1874)
Ερμηνεία: Πανιοίσες εχρησάμην τρόπους, όπως αυτόν πείσω
Το φταίξιμον πάντα η νύφε έσει
(1874)
Αεί του σφάλματος η νύμφη υπαίτιος είναι
Είδεν ο κωφόν τηγ κλωστούν
(1874)
Είδεν (επανείδεν)
Σ αλώνον ατ νε βρέσ' νε σιονίζ
(1874)
Εν τη άλω αυτού ούτε βρέχει ούτε νίφει.
Της μεγάλισσας της κοσαίρας τ' ωβγόν είσαι;
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αντιποιούμενων ιδιαζούσης τινός τιμής
Ας σο γάλαν εκάα και φυσώ και το τάνιν (ή αριάνιν)
(1874)
Ερμηνεία: Που δηλούσα ότι παθών τις καθιστάται επιφυλακτικώτερος και προς τα ήττονος φόβου χρήζοντα
Καθ'κα 'κορ, ως τα κάθεσαι, κι' ως τα παραζαβαίνεις
(1874)
Ερμηνεία: Επί των τέως μεν μη αρεσκομένων προτεινομένους γάμους, έπειτα δε μηδέ χείρονας ανευρισκουσών
Ο καιρός πουλεί τα μήλα
(1874)
Ερμηνεία: Ότι πολλάκις εν των περιστάσεων αναδεικνύεται τις και η επιτυχία επιχειρήσεως τινός εξαρτάται μάλιστα εκ των περιστάσεων
Με τα ξερά τα ξύλα καίουνταν και τα ζωγρά
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τ' έναν ασήν κόchαν και τ' άλλο ασήν Παλαγίαν
(1894)
Επί ανθρώπων ομιλούντων άλλα αντ' άλλων
Εφτά βούδια το κεφάλιν αυτ' κι γυρίζουν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των δυσμεταπίσεων
Κρίμα ντ ενυχτοκόπευσα κ' εξήβα ρούχα εύκαιρα μανίκ ακομπιμένα
(1874)
Φεύ των παννυχίων πόνων (μόχθων) μεθ οις απήλθον (απηλλάγην) μετ' ενδυμάτων των κενών
Κρίμαν ς σην τρίμμαν κ' η πορδή σα λάχανα
(1874)
Λύπη έστω επί τη απωλεία του τρίμματος και πορδή επί την κράμβην
Σ ατόν επεκρεμάστα
(1874)
Ατόν ή ατό
Τον κωφόν τον βασιλέα είπεν άτο
(1874)
Και τω κωφώ βασιλεί ανεκοίνωσεν αυτό
Τολ λύκον ετριβαγγέλψαν κ' εκείνος έλεεν πόπα τ απρά(γ)ματα σ' εμέρ είναι
(1874)
Ερμηνεία: Επί του λύκου ενεγένωσκον τα ευαγγέλια (όπως δήλον ότι παύσηται της ολεθρίας διαθέσεως), ο δ' έλεγεν “ιερεύ που σοι τα πρόβατα”
Όσα οτσάκια καπνίζουν μη θαρρείς πας μαγειρεύουν
(1874)
Όντων Μάγειρός έστιν ουκ εαν τις ζωμήρυσιν έχων έλθη και μάχαιραν Αθην. Δειπν. Ζ. Πολλοί ναρθηκοφόροι παύροι δε τε βάκχοι” και πολλοί ριοβόλοι παύροι δέτε μάντιες άνδρες” και ου πάντες όρνιθες αινέσιμοι
Ας καν η κόρη το παιδίν κι άν εν κόρη, ας φαίνεται
(1874)
Τεξάτω η κόρη και φαινέσθω κόρη ούσα
Ο κόσμος εποντίγετον και μγιά κόρ εστολίζετον
(1874)
Του κόσμου καταποντιζομένου, κόρη τις εκαλλωπίζετο
Αι σόγ Γιάννεν κες ενερεάστα και τον Αγιάννεν
(1896)
Επί των δυσμενες διακειμένων οι μόνον προς τους βλάπτοντας αυτούς αλλά και προς τους συγγενείς αυτών
Για λάμψον, για θα λάμπω
(1877)
Ερμηνεία: Επί κατ' εξοχήν ωραίας
Έγλι' και κουβαρία
(1874)
Μήρυε και πνίνιζε
Τον άρκον εδώκαν να εχασουλάεβεν το πετσίν κ' εκράτεσεν α σ' αμεακέα τ'
(1896)
Επί των σφετεριζομένων παρακαταθήκην μικράς υπηρεσίας ένεκεν
Εσύ πα ελέπς τ' ωτί σ' στη ρίζαν
(1896)
Ερμηνεία: Επί ανεφίκτων
Σ σ άλων ατ νέα βρέσ' νέα σονίζ
(1896)
Επί αμερίμνων
Και εύκαιρον αν εν το πράμαν, γομάτα κράτει ατο
(1874)
Και κενόν το πράγμα (σκείος) ον ασφαλώς κράτει
Κώλον αν έγης ποίσονάτο
(1874)
Ει αντέχει ο πρωκτός σου ποίησον αυτό
Ο σκλεπέας τον σκλεπέαν καρκαπούτς (;) ελάλενεν
(1874)
Ο αλωπεκίας τον αλεπεκίαν ... προσεφώνει
Εξήβαμ ας σηγ κακοχρονίαν κ' εσήβαμ 'ς σηγ καλοχρονίαν
(1874)
Ερμηνεία: Εφυγον κακόν εύρον αμεινον
Ώβασον κ' επ' εκεί κακάντσον
(1896)
Ερμηνεία: Ίση τη άλλως ''αμέλλεος πράττειν με πρόλεγε αποτυχών γαρ γελασθήσει''
Το τσιβαλτούζ κι αν ρίεται βολόνιν κατασταίνει
(1874)
Η σακορράφος και αν κατατριβή βελόνην καθιστώσι (δηλ. Οίον τ΄εξ' αυτής κατασκευασθήναι βελόνων) Ερμηνεία: Επί ανθρώπων πολλάς μεν υποστάντων ζημιάς έτι δε δύναμένων. Σημείωση : ρίεται = εκ τουρκ. Ερμιέκ = τρίβειν τίκειν
Σ σ αλώνιν ατ νε βρέσ νε σιονίζει
(1874)
Ερμηνεία: Επί των πάντη αμερίμνων και αδιαφορούν των προς πάντα τα γινόμενα, ται μη ενοχλούντα αυτώ
Η τσούνα κ' επαιδεύκετον και τα τσινοπούλια τς επαίδευεν
(1874)
Η κύων εαυτών ου διορθούσα τους σκύλακας διώρθου
Το παιδί μ' να μη ομοιάγη σε
(1874)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπων απεχθείας αξίων
Παθής μαθής
(1874)
Ερμηνεία: Έπαθα και έμαθα
Με το χουλιάριν θελ την θάλασσαν να ευκαιρώνη
(1886)
Ερμηνεία: Επί ανεξαντλήτων
Σ σού Θεού το σέρω εν
(1886)
Ερμηνεία: επί των επικινδύνως νοσούντων. Εν Θεών γούνασι κείται
Όποιος ΄κ εξέρει ν΄ αποθάνη ψυχομαχεί πολλά
(1874)
Ο μη ειδώς αποθανείν ψυχορραγεί επί μακρόν
Τ' αχάντιν εξήβεν ας σημ μέσην
(1874)
Ήρθε του μέσου η άκανθα
Είχαν και τα δαιμόνια γάμο
(1874)
Επί και παραδαικαιμονίους γάμους
Ότς κι αν κι αν παθάν μαθάν
(1874)
Παθής μαθής
(1874)
Ερμηνεία: Έπαθα και έμαθα
Το γαιδούρ' το καμ για τ' άλογον
(1896)
Ερμηνεία: Οι πτωχοί και αδύνατοι καταπτέζονται πάντοτε από τους πλουσίους και ισχυρούς
Χωρίς άνεμον ανεμίσκεται
(1874)
Χωρίς ανέμου, δηλαδή και ελλείποντος ανέμου ανεμίζεται
Τ' αλεύρια ξένα και οι ποντικοί τα βίζνε
(1877)
Σημείωση: Ταβίζνε = ερίζωσι
Διάβολος εν κι πιάσκεται ων ου συλλαμβάνεται είτε ουχ αλίσκεται
(1886)
Διάβολος=πονηρός
Δυό κι γίνται
(1886)
Ερμηνεία: Επί των τροφή μεν χρωμένων μηδέν δε εις το σώμα επιδιδόντων. Σουιδ. Ζηνοβ. (Παρ' ω κείται τροφήμων πολλή) Σημείωση : Η ημετέρα παροιμία γενικώτερον έχει εφαρμογών σημαίνουσα των επίμονον ταις χείρουσιν εμμονών
Εδώκες με χάλκωμαν και γυρεύεις χρυσάφιν
(1886)
Χαλκόν δούς μοι χρυσόν απαιτεί. Ερμηνεία: Αντί κακού κυνός σύν απαιτεί. Επί των καλά αντί κακών απαιτούντων
Οπίσ πάγ' κ' έμπρου κ έρται
(1886)
Οπισθοδρομεί, αλλ' ου πρόσω χωρεί. Ερμηνεία: χρώνται μεταφορικώς επί ασθενών πρός τά χείρω βαινόντον
Ο Χάρων έρθεν 'ς σημ πόρταν, κι όλοι την νύφεν ετέρεσαν
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Απρίλη γρύλλη πεντικοί και Μάη καταραμένε
(1877)
Ερμηνεία: Σκώμα προς τον Απρίλιον και Μάιον
Εγέντον κ σαν άνεμον κ σα φύλλα
(1877)
Εξηφανίσθη
Ο οκνέας τον γάιδιαρον ταϊ εκούγιξεν
(1874)
Ο οκνηρός τον όνον ''θείε'' προσείκε
Πάσομ με κι αν κι ομοιάζω σε φτυσόμ μου
(1896)
Ερμηνεία: Προς τους ομοιάζοντας τους εαυτών γονεύσι
Όταν του γείτονα σ' η κοιλία πονή και συ τρίψον τ' εσόν
(1886)
Ερμηνεία: Ολολυζέτω πίτις ότι πέπτωκε κέδρος
Έναν τσουτσάκιν τήν άνοιξιν κί φέρει
(1886)
Ένας ανθός έαρ ού ποιεί. Ερμηνεία: “Μιά χελιδών έαρ ού ποιεί”. Έτι δέ ομοία καί ή “εις ανήρ ουδείς ανήρ”, καθ' όσον υφ' ενός ουδέν κατορθούται. Σουίδ. Ζηνίδ. 111, 51. Δ. Χρυσοπ. Β' σελ. 241, Σχολ. Αριστ. σελ. 42
Κάττα και πεντικός
(1886)
Γαλή και μίς
Ο νέον θολόν ποτάμιν εν
(1874)
Ο νέος θολός ποταμός εστί
Ηύρεν ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ
(1874)
Ερμηνεία: Επί των εκ ταυτότητος αισθημάτων συνδεδεμένων (εστί κακώ). Ισως παράλληλος ή του θεοκρίτου Χ, 17, (ευρέ ο θεός των αλιτρόν) μάλιστα δ' κ' (έγνω φορ' τεφώρα και λύκος λύκους)
Που κι θαρρεί αλωνίζει, λενθα μη ελπίζει αλωνίζει
(1874)
Ερμηνεία: Επί ανέλπιστον ευτυχίας
Εφήκεν τα τέσσερα
(1874)
Παρήτησε τα τέσσερα, εννοείι πόδας
Νοικοκύρτς απραεμένος δέκσον σερ του μαχαλά
(1877)
Ερμηνεία: Επί δεσποτών απραγών ους ανα στόμα έχουσι πάντες
Τη πουλί ο νους σου κουκκίν κράτεί
(1874)
Ο νους του στρουθιού προς τον κόκκον (γεννήματός) εστίν
Με το βελόνιν και με το ράμμαν
(1874)
Παροιμία σημαίνουσα το λεπτομερής επί λεπτού
Ο κόσμος με τον κόσμο και εκείνος μετ εμέναν
(1896)
Ερμηνεία: Περιτών μη δυναμένων απαλλαμίναι των μομφών και καταδρομών άλλον τινός
Τσαφίγου τη λόγου σ'
(1874)
Αυτός εαυτόν κνήθι
Εγέρασα κι' επόρεσα κ' ερρούξαν τα γονάτιαμ
(1894)
Δια τους γέροντας
Όπου κι αν εν χώνει τ' ουράδιν ατ
(1874)
Πανταχού εμβάλλει την ουράν
Η γαλή προσηγάγετο τον μιν μάρτυρα, ο δέ μες την ουράν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των προσαγωμένων μάρτυρας είτε τους εκ φόβου υπακούουντας αυτούς είτε οικείους
Έφερεν η κάττα τομ ποντικόν μάρτυραν
(1874)
Ηγάγετο η γαλή τον μιν μαρτυρήσοντα υπέρ αυτής
Ατόσα μυτία εσ
(1877)
Ερμηνεία: Ο λέγων θέτει κατά μήκος της ρινός του τας χείρας διανοίγων τας σπιαθμάς ούτως ώστε ο μέγας δάκτυλος της μιας χειρός να εγγίζει την ρίνα, ο δε μικρός τον μέγαν της ετέρας χειρός. Επί υπερηφάνων
Το σκαυτόν ντο κ' επορείς να τρως ντο παίρεις άτο 'ς σα χέρια σ'
(1874)
Το σκώρ ο ου δύνασαι φαγείν τι μαλάσσεις ή τι ταις χερσίνα αναλαμβάνεις
Τ' αρνία και τα πρόγατα να κλαίουν που κ' έχουν μάνναν και κύρην
(1874)
Τα πρόβατα και τ' αρνιά κλαιέτωσαν ουκ έχοντα μητέρα ουδέ πατέρα
Ταν ταν κοιλία εύκερον και διότι ακονιμένα
(1874)
Ορχού ορχού τη γαστρί λιμωττούση και τοις οδούσι τεθηγμένοις
Έτονε τσιμπλιάρης κ΄ επόνεσαν και τ΄ ομμάτια τ΄
(1874)
Ερμηνεία: Επί βλάβης επελθούσης εις πρόσωπα, α πράγματι και καθ' εαυτά ου κ ευ έχοντα
Τ ομμάτια μ επέμναν 'ς σον δρόμον
(1874)
Τα όμματα μου διατελούσιν εστραμμένα προς την οδόν