Αναζήτηση
Αποτελέσματα 401-500 από 3010
Θέλη δε θέλη ο 'άδαρος το βάνει το σομάρι
(1963)
Λέγεται, σε περίπτωση αναγκαστικής υποταγής
Παροιμία
(1963)
Όποιος δανείζει τω φτωχώ, δανείζει του Θεού (ή: του Χριστού)
(1963)
Δηλαδή η αγαθοεργία αμείβεται
Ένας αέρας που δε σε πειράζει, άσ΄ το κι ας φυσά
(1931)
Άσ' το = άφησε το
Τάχεν ο λωλός στο νου dου ήβλεπε gαι στόνειρό dου
(1963)
Τάχεν = εκείνα που είχε
Κατούρησε μες στο γλινερό
(1963)
Αντιστοιχεί προς τα: Βράσε ρύζι, βλαστήμα τα
Η σκρόφ' απόdεν 'εέννησε, χλωρό σκατό δεν έφαε
(1930)
Θένε να πραστήσουνε τις μητρικές θυσίες, την μητρική αγάπη
Να τρώς και να γλύφης τα δαχτύλια σου
(1931)
Λέμε όταν είναι κάτι καλό στην γεύση
Ά λείπ' ο Μάρτης α' τή Σαρακοστή
(1963)
Λέγεται για όποιον είναι πάντοτε παρών
Όση είν' η Πάρο κι' η Αξά δεν ει' dα δώδεκα νησιά
(1963)
Λέγεται για να εξάρη την έκταση των δυο αυτών νησιών
Η bονάτσα φέρνει φουρτούνα
(1963)
Άκουε και μη μιλής να περνάς χρουσό gαιρό
(1963)
Δηλαδή το καλύτερο είναι να είσαι στις συζητήσεις σου επιφυλακτικός
Από ΄κει που ξέρει κανείς να μη βγαίνη
(1963)
Δηλαδή όταν ξέρης και εφαρμόζεις κάτι επιτυχώς, δεν πρέπει να αλλάζης τρόπον εργασίας
Είπανε το bάρba Λουκάτσι Λούκα τσαι του κακοφάνηκε
(1963)
Κανένας Σαdορινιός, λε', ήλεεν ενούς αλλονού – τάμαθες; Καυγάς εγίνητσε στο Νοbοθριό! Λέει – Γιαdα; Λέει – Είπανε το bαρbα Λουκάτσι Λούκα τσαι του κακοφάνηνε
Όσοι κακόμοιρ' έχει, έχει και τόσες κακομοίρες
(1963)
Ερμηνεία: Όποιος θέλει να παντρευτή βρίσκει το ταίρι του
Απού τη bοδιά θα κόψης να bαλώσης τη μάνικα
(1963)
Δηλαδή πρέπει να γίνεται εξοικονόμηση, καλή χρησιμοποίηση των πραγμάτων
Ποιος βαστά μέλι και δε γλείφει τα δαχτύλια dου;
(1963)
Δηλαδή όποιος διαχειρίζεται κάτι καρπούται απ΄ αυτό
Α' τα μετρημένα τρώει κι' ο λύκος
(1963)
Δηλαδή και μη μετρημένα και από μετρημένα πράγματα μπορεί κανείς να αφαιρέση
Κάποιον εbοbεύγασι στο φόρος λες και ξέρει το κι' εκείνος;
(1963)
Λέγεται, όταν σχολιάζεται κάποιος και ή αδιαφορεί ή αγνοεί το γεγονός
Εκατό πόρτες, πενήdα φελιά, πενήdα πόρτες εικοσιπέdε φελιά
(1963)
Εκατό πόρτες ή εκατό πόρτες, λέει
Καθά εις κι' ο πόνος του
(1963)
Δηλαδή ο καθένας ασχολείται, μιλεί, για ό,τι προσωπικώς τον ενδιαφέρει
Κλέφτης είσαι, ψεύτης είσαι, είπες το, μα δε dο κάνεις
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Είκοσι λοιώ φαΐ, όλο gολοκύθι
(1963)
Λοιώ = λογιών, ειδών
Ετσά δε θέλω κάβουρα, να bηδάς στα κάρβουνα
(1963)
Λέγεται, σαν πεισμάτωμα, σε κάποιον, που μετανοιώνει και στεναχωρείται, επειδή δεν έκαμε κάτι, δεν άκουσε μια συμβουλή
Αδειανό σακκί δε στέκει
(1963)
Ο πεινασμένος δηλαδή δεν μπορεί να δουλέψη
Υρίζω τη μιά bοδιά και σκεπάζω την άλλη
(1963)
Υρίζω = γυρίζω
Κάλλια 'χω το σημερινό αβγό, παρά την αυριανήν όρνιθα (ή κόττα)
(1963)
Δηλαδή ασφαλέστερο είναι το λίγο, αλλά άμεσο και βέβαιο, παρά το πολύ, αλλά μελλοντικό και αβέβαιο
Καλύτερα 'χω το σημερινόν αβγό, παρά την αυρϊονή όρνιθα
(1963)
Δηλαδή ασφαλέστερο είναι το λίγο, αλλά άμεσο και βέβαιο, παρά το πολύ, αλλά μελλοντικό και αβέβαιο
Αργυρό 'dο μίλημα και χρουσό το σώπα
(1963)
Dο = είναι το
Κάθε πέρυσι και καλύτερα
(1963)
Δηλαδή το παρελθόν είναι πάντοτε καλύτερο, μας φαίνεται πάντοτε καλύτερο
Τη Δευτέραν έχει σκόλη και τη dρίτη παρασκόλη...
(1963)
Λέγεται για τους τεμπέληδες και κυρίως για τις τεμπέλες
Η πείνα τσι ευγενικοί αδιάdροποι τσι κάνει
(1963)
Ή τους ευγενικούς ή τις ευγενικούς
Από σϊανό bοταμό μακρυά τα ρούχα σου
(1963)
Δηλαδή η εμφάνιση του ανθρώπου δεν είναι ασφαλές κριτήριο του χαρακτήρος του, συνεπώς πρέπει να είναι κανείς επιφυλακτικός. Σϊανό = σιγανό
Ανάθρεψε τον ποντικό να φάη το σακκί σου
(1928)
Επί της αχαραστίας
Ευτά είν' αgούρια
(1930)
Το λέει κανένας, όταν του λένε κάτι που δεν το συμφέρει, που του φάνηκε ψευτιά
Τ' αυτί ντου δε ντρώνει
(1928)
Αδιαφορεί, δεν δίνει σημασία
Κάθε άγιος κι η μνήμη dου
(1928)
Η αγάπη ' ναι μισάρικη
(1926)
Δεν το ξέρεις που λέ' ένας λόος πως η αγάπη 'ναι μισσάρικη. Ώσπου μ' αγάπα τον εγάπου
Δεν ξερ' να μοιράση δυο αδάρ' άχερα
(1925)
Αδάρ = γαϊδάρων
Η κατσίνα και η σούβλη ει' των Αξώτω το γλϊούδι
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Έμη κλέφτης, έμη δυνάμεος
(1963)
Λέγεται. Όταν. Ενώ έχεις το άδικο, ζητάς και ρέστα. Δηλαδή “Δεν φτάνει που ... παρά και..”
Η καλή δουλειά δε dρέπεται
(1963)
Πιάνου gαι τω 'αδάρω κέρατα και τω χοιρώ κουδούνια!
(1963)
Πιάνω = ταιριάζω
Όπου τάχει τα μυαλά τζη απουπάν' α' τα μαλλιά τζη
(1963)
Δηλαδή είναι ανόητη, άμυαλη
Ζαβός φορεί τα ρούχα σου
(1963)
Ζαβός = κουτός
Ο Νάχας κι' ο Νάβρας ήτον' αδέρφια, κι' ο Καμενάχης (ήτονε) πρώτ' αξαδέρφια
(1963)
Λέγεται όταν κανείς στηρίζεται σε υποθέσεις και κυρίως, όταν λέη Νάχα... Νάβρησκα...
Η καλή νοικοκιουρά α' το κατώφλιο τζη φαίνεται
(1963)
Δηλαδή πριν ακόμη μπης στο σπίτι, καταλαβαίνεις την καλή, την καθαρή νοικοκυρά από την καθαριότητα ήδη του κατωφλιού του σπιτιού της
Σβουρίζει κάτι κουβέντες που μήτε πίσσα 'χουνε μήτε παράδεισο
(1928)
Σβουρίζει= λέει
Μήτ' εσύ, παπά, στα Φώτα, μήτ' εω στον αγιασμό
(1963)
Λέγεται όταν από πείσμα δυο άνθρωποι ζημιώνονται αμοιβαίως, εμποδίζοντας ο ένας τον άλλο να καρπωθή το αυτό κέρδος
Δεν έχει στο νήλιο μοίρα
(1963)
Δηλαδή είναι θεόφτωχος
Βάσανα πού τάχει η ρόκκα κι' όπου θες άμε κι αρώτα
(1963)
Δηλαδή όλες οι δουλειές έχουν τις δυσκολίες τους
Ήτονε καρφιά,εβράχησα gιόλα!...
(1963)
Λέγεταιόταν ένα πράγμα εξ αρχής κακό γίνεται ακόμη χειρότερο απο μιά οποιαδήποτε αιτία
Είναι να μην έbη το ξύλο στη φωθιά͘ αφού έbη, θα καή
(1963)
Ερμηνεία: Όταν αρχίσει κάτι, μοιραίον είναι να τελειώση
Μήτε γλυκύς και φάσι σε μήτε πικρός και ριξούσι σε
(1963)
ΔΔηλαδή ούτε πολύ καλός ούτε πολυ κακός πρέπει να είναι ο άνθρωπος
Κάλλια φυλλαδόφυλλα και μέσα κώλος, παρά τυραθότυρα κι' όξω κώλος
(1963)
Ερμηνεία: Προτιμότερη είναι η ασφάλεια στη ζωή παρά η καλοπέραση με κίνδυνο
Κάθα καλ' ανευρίσκεται, κάθα κακό θυμιέται
(1963)
Ερμηνεία: Και το καλό και το κακό δεν λησμονούνται. Θάρθη η ώρα να ανταποδοθούν
Όλα τα πουλιά μισούνε κι΄ο τρουτσουλίτης κάθεται
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται κυριολεκτικώς για τον κορυδαλλό και μεταφορικώς για άνθρωπο, που, ενώ οι άλλοι φεύγουν, ταξιδεύουν, αυτός μένει πάντα στο τόπο
Κάθα κακό θυμίζεται, κάθα καλό ξεχνιέται
(1963)
Δηλαδή το κακό, που θα μας κάμουν, το θυμόμαστε, ενώ το καλό το ξεχνάμε
Κι' εώ κακό χειρόβολο κι' εσύ κακό δεμάτι
(1963)
Λέγεται όταν δύο άνθρωποι δεν συμφωνούν και αναγνωρίζει καθένας την υπαιτιότητά του
Όψιμος
(1963)
Επά ο κόσμος χάνεται κι' η γρϊά στολίζεται
(1963)
Επά = εδώ
Όλα τάχει η Μαργιωρίτσα, μόν' ο φερετζες τσή λείπει
(1963)
Λέγεται όταν, ενώ μας λείπουν πολλά ουσιώδη, ζητούμε ή κάνωμε κάτι περιττό
Η δουλειά που κάνει κανείς και δε dη μετανοιώνει είναι το κατούρημα
(1963)
Δηλαδή ότι κάμη κανείς, μετανοεί, εκτός όταν κάμη το νερό του
Εκεί που δε σε σπέρνουνε, (να) μη ξεφυτρώνης
(1963)
Λέγεται και επιτιμητικώς και συμβουλευτικώς, δηλαδή να μην αναμιγνύεσαι σε ξένες υποθέσεις
Είδα 'ω πολλοί σπανοί, μάχα dρίχα και μαλλί
(1963)
Λέγεται για κάτι υπερβολικό, κάτι που ξεπερνα κάθε όριο
Όποιος επρόλαβε, dο Gύριον είδε
(1963)
Δηλαδή σε μια βιαστική διανομή, παροχή κ.τ.λ. καρπουνται μόνον όσοι προφθάσουν
Με το νου πλουτίζει η κόρη, με το νύπνο η ακαμάτρα
(1963)
Λέγεται, όταν ονειροπολή κάποιος ευτυχισμένο τό μέλλον του, ενώ δεν καταβάλλει καμμιά ουσιαστική προσπάθεια γι' αυτό
Όποιος περπάταγε, κάτι ηύρε gι' έφαγε, κι' όποιος καθότανε, κάτης τον έφαγε
(1963)
Κάτης = γάτος
Από πίττα, που δε dρως, τι σε γνοιάζει κι' α gαή;
(1963)
Δηλαδή δεν πρέπει να αναμιγνύεται κανείς σε υποθέσεις, που δεν τον αφορούν
Κάθε πέρυσι καλύτερα
(1963)
Δηλαδή το παρελθόν είναι πάντοτε καλύτερο, μας φαίνεται πάντοτε καλύτερο
Η όρνιθα λέει “Ρίξε μου, να σου ρίξω”
(1963)
Δηλαδή η όρνιθα να τραφή για να κάμη αβγά
Η ομορφιά είναι μουσαφιρλίκι
(1963)
Δηλαδή η ομορφιά είναι περαστική
Θα χτυπά ύστερα τη γκεφαλή ντου στο ντοίχο
(1928)
Θα μετανοιώση
Κατά που χτυπά η φλάσκα...
(1963)
Που πονεί, 'αδουρνα φωναζει
(1963)
Που = εκείνος που, 'αδουρνα = γαϊδουρινα, δηλ πολύ άγρια, πολύ δυνατά. Δηλ όταν κανείς πονή, φωναζει, δυνατά. Λέγεται και για σωματικό και για ψυχικό πόνο, για μια αδικία, μια ζημιά, που μας κάνουν
Μόνου τον αρρωστημέν αρωτουνε
(1963)
Λέγεται, σαν αστείο, αντί άμεσης αποδοχής σε πρόταση κεράσματος
Εκατό δράμια πάχος μια οκά ομορφιά
(1963)
Δηλαδή το πάχος φέρνει ομορφιά
Τση παdρεμένης το φιλί είναι ξεθυμασμένο, σα dο bαιάτικο φαΐ το ξαναζεσταμένο
(1963)
Δηλαδή τα πράγματα που έχουν χρησιμοποιηθή, δεν έχουν πολύ ενδιαφέρον
Κολιός και τζόος
(1963)
Το πέτυχες! Καλέ τι μας λες
Α δε dο κόψης, δε ξεματώνει
(1963)
Δηλαδή όλα τα πράγματα έχουν μια αιτία
Άλλα λόια ναγαπιόμεστα
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος προσπαθή να αποφύγη κάτι, αλλάζοντας τη συζήτηση εντέχνως
Χέσε μες στο γλινερό
(1963)
Αντιστοιχεί προς τα: Βράσε ρύζι, βλαστήμα τα