Αναζήτηση
Αποτελέσματα 901-1000 από 1131
Άστονε (ι) να βγάλη το σβέρκο του...
(1880)
Άφηνε τον
Απ' αγκάθι βγαίνει ρόδο κι από ρόδο βγαίνει αγκάθι
(1880)
Έννοια: Από τιμίους και αγαθούς γονείς πολλάκις ξεφυτρώνουν τέκνα διεστραμμένα και από γονείς ανάποδους παιδιά ευλογημένα
Εκατό χρονών γάιδαρος ραβάνει δεν κάνει
(1880)
Ραβάνει = περπατησιά γλήγορη, βήμα ταχύ
Απόχτησε άβρακος βρακί και το δένει και το λύει
(1880)
Δια τους εις τα πλούτη
Από τα χαμένα, τα μαζευμένα
(1880)
Τα απομεινάρια τον δυστυχισμένου
Κρασί που το πίνεις και σου βγάνει δάκρυ
(1880)
Φράσις ήγουν δυνατό
Και γάλατα και μάλλατα και τ' αρνι θηλυκό
(1880)
Ερμηνεία: Δι' αυτούς όπου έχουν μεγάλας απαοτήσεις, όπου τα θέλουν όλα
Εμαζεύτηκε ο κακός καιρός, με τον ασβολομένον
(1880)
Κερκυραϊκή
Ήτανε κακιά 'ς τα μικρά της
(1880)
Ερμηνεία: Ήγουν 'ς τα μικρά της χρόνια
Έλπιζω νά κεφαλισθώ καί αρχηγός νά γείνω
(1880)
Φράσις
Η δουλιά του δεν έπιασε τόπο ή του πάει λάσπη
(1880)
Ήγουν ψυχρά και ανάποδα
Ήλθε ο έξω απ' εδώ
(1880)
Ερμηνεία: ήγουν ο διάβολος, ο Σατανάς
Μας έμπλασε στην γλύκα
(1880)
Εις την ευχάριστον στιφμή, απροσδοκήτως, επ' αυτοφώρω
Όποιος πάρει χίλια πέρπυρα και καλόυδια γυναίκα, τα χίλια πάν ΄ς τον άνεμο κι η κακουδιά απομένει
(1880)
Κακουδιά , κακομούρικη, ασχημοπρόσωπη, συχαμένη
Όταν θέλω το 'χω 'ς το χέρι μου
(1880)
Εξαρτάται από την θέλησίν μου
Το γοργόν και χάριν έχει
(1880)
Chi da presto da due volte.
Μ' έφκιασες ρόϊδο με ταις πολυλογίαις σου
(1880)
Φράση
Θα πέση ΄ς τα νύχια μου
(1880)
Απ' αγάπη την επήρε ο κοχλιός την πεταλούδα
(1880)
Κυθήρων
Και την κοιλιά γεμάτη και τ' αρνί ακαίρεο
(1880)
Ομοία του υπ' αρ. 17, σελ. 144
Είπα του τρελλού ν' άψη φωτιά κ' έκαψε τα ρούχα του
(1880)
Άψη = ανάψη
Τ' αγκάθι που αγκαθάει από μικρού το δίχνει
(1880)
Αγκαθάει = αγκελόνω, τσιμπώ
Εγώ 'μαι κ' η γαιδάρα μου και τρεία κουβέλια
(1880)
Κουβέλια = Κοιλά