Αναζήτηση
Αποτελέσματα 601-610 από 708
Σάμ΄ ές ψωμί, τσίπ σαϊτιέν σε σαμού τζό΄ς ψωμί, κανείς τζο σαϊτιέ σε
(1951)
Όταν έχεις ψωμί, όλοι σε λογαριάζουν, όταν δεν έχεις ψωμί, κανείς δε σε λογαριάζει
Σαμού ες ψωμί, είσαι τσαί πολύ αχιλλούς
(1951)
Όταν έχεις ψωμί, είσαι και πολύ έξυπνος. Δηλαδή : τότε οι άλλοι ακούνε τα λόγια σου, ή σε κολακεύουν πως μιλείς σωστά. Ποντ. Δ. Π. αρ. 170 : Εχεμένον ΄ίνεται και αχουλλής
Νά νά΄ς ψωμί, ΄ά νάρτει κονdά σου να μή νά΄ς, τζο ΄ρτσεται
(1951)
Αν έχεις ψωμί, θα ΄ρθει κοντά σου, αν δεν έχεις δεν έρχεται. Όσο έχει κανείς λεφτά, έχει και φίλους – Λεβ. 74
Γιαλάχιν τζό ΄σεις, το στσυλλί πα νdα ποίκ΄;
(1951)
Γαβάθα δεν έχεις, το σκυλί τι να το κάμεις; Για κείνους που ετοιμάζονται να κάμουν δουλειές, χωρίς νάχουν ό,τι τους χρειάζεται
Ο κακκέρ' ζαναχεύει τον gατουρϊέρη
(1951)
Ο χέστης κοροϊδεύει τον κατουρλιάρη
Στάβgος τζό ΄ς, τ΄ άβγο να νdα ποίκ΄;
(1951)
Στάβλο δεν έχεις, τ΄ άλογο τι να το κάμεις; Για κείνους που κάνουν σχέδια, χωρίς νάχουν που να τα χρησιμοποιήσουν
Ατσείνο το βένετο το 'ίδι ότις τα θωρεί, λέτι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)
Εκείνο το γαλάζιο γίδι όποιος το βλέπει, λέει: η κοιλιά του είναι γεμάτη βούτυρο
Θωρούν d' άσπρο το πρόβατο, λεν τι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)
Βλέπουν τ' άσπρο το πρόβατο, λένε: η κοιλιά του είναι γεμάτη πάχος
Το καμήλι τζο θωρεί του τσείνου το γαμbούρι, θωρεί του μαχτσουμού του
(1951)
Για τους ανθρώπους που κοιτάζουν τα ξένα και δε βλέπουν τα δικά τους
Το σιδερώνα θύρι ΄ίνεται σό ξυώνα μουχτάτσι
(1951)
Η σιδερένια πόρτα έρχεται στην ανάγκη της ξυλένιας. Κι ο πιο πλούσιος ή δυνατός άνθρωπος θα χρειαστεί μια μέρα τη βοήθεια του φτωχού