Αναζήτηση
Αποτελέσματα 141-150 από 162
Ο κώλος ο τίτσιρος είδεν το βρακίν και εχέστην
(1924)
Μετά σαρκασμού περί εκείνων, οίτινες ξιππάζονται και το παίρνουν επάνω των ευθύς ως επιτύχουν καλήν τινα θέσιν ή προαγωγήν τινα εν γένει της τέως ταπεινής καταστάσεώς των
Απόν καλά, καλούλλικα, καλλύττερα γυρεύκει, ο δκιάολος του κώλου του κουκκιά του μαειρεύκει
(1924)
Ερμηνεία: Επί των πλεονεκτών
Είπαν του πελλού “πελλέ!” και επέλλανεν τέλεια
(1924)
Παραθαρρύνων και παροτρύνων τις άλλον εις τι
Κάθε ξύλο τον καπνόν του ξέρει
(1924)
Καθένας έχει τες σκοτούρες του
Κάψε με και βαρ' μου (βάλε μου) μύξαν
(1924)
Ερμηνεία: Ειρωνικώς πρώτα μου κάμνεις το κακόν, με βλάπτεις και ύστερα ζητείς να με ψευτοπαρηγορήσης ή να με ψευτοϊκανοποιήσης
Όπου καπνίζει, εμ μαειρεύκουν
(1924)
Όσοι καπνίζουν, ούλοι εμ
Ως που κάθεται ο βοσκός, τα γίδκια ξωμακρίζουν
(1924)
Ερμηνεία: Επί παραμελουμένων ευκαιριών