Αναζήτηση
Αποτελέσματα 601-700 από 5068
Αλήθκεια έν ο Θεός, τζ' ο Θεός ένας ένι
(1940)
Όπως υπάρχει ένας μόνον θεός ούτω πώς και η αλήθεια είναι μια και μόνη
Αλέθει πουρgούριν
(1940)
Όπως το σιτάριν δια να γίνη πουργούριν αλέθεται ούτω και ο φθονότερος φθείρεται απο την ζήλεια του
Αλήθκεια έν ο Θεός
(1940)
Βραχυλόγως αντί της πλήρως τοιαύτης ως ακολούθως
Άδε αλλαξιμάδι ψας τζ' εν ο γυιός τ' άπέϊτου
(1940)
Ερμηνεία: Διά τους κοκκέτους εις την ενδυμασία των
Παρά αυλάτζίμ με νερόν, κάλλιον αυλάτζίμ με άλετρον
(1940)
Το σκάλισμα είναι ωφέλιμον παρά το πότισμα
Το πράμμαν τ' ακριβόν εν το φτηνόν
(1940)
Η καλυτέρα ποιότης εξ ου μακροχρόνιος χρησιμοποίησις συντρέχει ώστε το ακριβότερον να είναι ευθηνότερον από το μακράς αξίας αλλά ταχύτερον φθειρόμενον
Ν' αφήσουμεν τα ψέμματα, να πούμεμ μια αλήθκειαν ο κάμηλος γεννά ταβκά, τζ' η όρνιθα τα ρίφκια
(1940)
Υπό τύπον αστειότητοςεπί δυσπιστίας
Η αλήθκεια αθκεί
(1940)
Η αλήθεια ανθεί ως το φυτόν, και αποκαλύπτεται
Αλέθ' ο μύλος τζαί το σιτάριν τζαί πουρgούριν
(1940)
Όπως ο καλός ο μύλος αλέθει διαφόρους ποιότητας και ο καλώς λειτουργών στόμαχος τρώγει και χωνεύει όλα. Δια στομάχους υγιείς και αδηφάγους ως ο των παιδιών
Άλειψε τον τροχόν
(1940)
Δια να περιστρέφεται κανονικώς πρέπει να εκλείψη εκ προστριβής αντίστασις δια καθαριότητος και αλείψεως του τροχού με λιπαράν ουσίαν. Προς ευκόλον διεκπεραίωσιν υποθέσεων πρέπει να εξουδετερούται κάθε πιθανή αντίδρασις με ...
Βάλε αλεύριν, να κάμης πίττες
(1940)
Καμμιά υπόθεσις τελειούται χωρίς τα αναγκαία προς ευόδωσιν
Του ακριβού κλέψε του ή γάμα τον
(1940)
Να μη αναμένωμεν τον φειδωλευόμενον να πράξη τι το γενναίον αυτοθελήτως
Άνταν στοχάς μη σαίρεσαι, αντάν γιορκάς μεμ πλείσσης
(1920)
Σημαίνει: Αστοχώ = αντίθετον του επιτυγχάνω
Εν είχα τζι ενήστεψα μνήσθητί μου, Κύριε
(1930)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Της αγιάς Μαρίνας δείχνει σύκον, τζαι σταφύλιν τζαι πορdίν στο γαλευτήριν
(1940)
Εις τας 17 Ιουλίου σπανίζει το γάλαν αρχίζουν δε τα σταφύλια και πρώϊμα σύκα
Σκύλλον λούνεις, σκύλλον πλύννεις, πάλε σκυλλιές μυρίζει
(1924)
Ερμηνεία: Επί των αδιορθώτων
Σήμερα δικόσ σοτυ και το πωρνόδ δικόμ μου
(1924)
Δυστήχημα, το οποίον συνέβη εις σε, πιθανόν μετ' ολίγον να συμβή και εις εμε
Άρκα πωρνή καλή μέρα
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αγαπάς τζαι τημ μηλιάν, αγαπάς τζαι τα μήλα
(1940)
Ο αγαπών πρέπει να δεικνύη ενδιαφέρον και δια τους στενώς συνδεδεμένους και προσφιλείς εκείνου τον οποίον συμπαθει
Αδ' δεφ φασήση κανένας εις τ' ανώβλιον, εθ' θωρεί το κατώβλιον
(1930)
Δηλαδή, τα παθήματα γίνονται μαθήματα. Σημείωση : φαννιώ = κτυπώ , πλήττω
Ανάγυισ' τον κολιόν να βκάλη τ' αμμάτισ σου
(1920)
Σημείωση: Αναγυιαίννω = ανατρέφω
Η πρωταρκιά τ' αγκάστριν της πολλά το καμαρώνει, μα όταν κάτση στο σελλίν πολλά το μετανώννει
(1940)
Αι εγκυμονούσαι είναι υπερήφανοι τόσον, ώστε περί αυτών λέγεται το ανωτέρω δίστιχον
Ο Μαύρος κάμνει λόγια
(1924)
Μαύρος = εννοεί οίνος
Αγαπά τα όξινα
(1940)
Λέγεται επί φιλερώτων ιδία με διεστραμμένας ερωτικάς επιθυμίας
Κείνος, που θέλει να σε φιλήση, τηβ βούκκασ σου θωρεί την
(1924)
Επί των αποφευγόντων να ζητήσουν τι παρά τίνος του οποίου τοις είναι γνωστή η δυστυχία και οιτρά κατάστασις
Αγιάσ Σοφκιάν εν να χτίσης;
(1940)
Ιστορική. Πρόκειται να επιχειρήσης τίποτε το σοβαρόν και δύσκολον, όπως είναι ο ναός της αγιάς Σοφιάς.;
Ο αλουπός εις την ανεμοζάλην σιαίρεται
(1953)
Δια τους κλέπτας οι οποίοι ζητούν πάντοτε την κατάλληλον ευκαιρίαν
Καλώς τον άγιον του θεού, τζαί τον οχτρόν της πίττας
(1940)
Το πρώτον μέρος λέγεται ως χαιρετισμός προς τους ιερείς, το σύνολον δε αστείως μεν προς τους ιερείς, προ παντός όμως φιλικά πρόσωπα με την έννοιαν του έξυπνος, επιτήδειος
Άϊ Γεώρκη βούθα μου τζ' έσου τομ πόδα σάλευε
(1940)
Δεν πρέπει να περιμένωμεν όλα από τους άλλους, αλλά να φροντίζομεν και ημείς διά τον εαυτόν μας
Αμ μεν εν τζείνος δαχαμαί εν ο αντζελός του
(1940)
Πιστεύεται ότι έκαστος ημών έχει και παρακολουθείται από προστάτην άγγελον. Δια τούτο και η πρόληψις ότι αν δεν ακούωμεν ημείς, όταν κατηγορούμεθα και υβριζόμεθα, ακούει ο προστάτης μας άγγελος. Είναι ανάρμοστον να υβρίωμεν ...
Άγιος ποθ θαμματουρκά δοξολοϊαν εν έχει
(1940)
Δεν προσέχουσιν εκείνον που αδυνατεί να προσφέρη εκδουλεύσεις, ούτε και περιστοιχούσι κόλακες εκείνον που έχασε την εξέχουσαν κοινωνική του θέσιν και εγένετο ανίσχυρος
Ο φτωχός ο άγιος εδ δοξάζεται
(1940)
Λέγεται ότι ο ανίσχυρος και πτωχός ούτε εκτιμάται αλλ' ούτε και λαμβάνεται υπ' όψιν και όταν ακόμη έχει κάποιαν αξίαν
Εν η αγία Βαρβαρού
(1940)
Τοπική της Λουρουτζίνας παρά την οποίαν υπάρχει υπόγειον σπήλαιον, η αγία Βαρβαρού, ναός ίσως της αγίας Βαρβάρας. Εντός τούτου πιστεύεται οτι ο πάσχων από ελώδη θεραπεύεται αν αφήση τεμάχιον από τα ρούχα του. Το σπήλαιον ...
Εκάλλει τηγ κουφήμ που την τρύπαν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των δυναμένων να πείθωσιν ευκόλως
Εσού αγάς, τζ' εγιώ αγάς, εψόφησε τ' αππάριν
(1940)
Επί τουρκοκρατίας οι αγάδες είχον δούλους διά την καλλιέργειαν των κτημάτων των. Όταν απρακτούμεν όπως οι αγάδες, όταν δεν φροντίζομεν ούτε και επιμελούμεθα των συμφερόντων μας δεν είναι άπορον αν παραβλάπτωνται και ...
Απ' αγάπουν τογ καλόμ εν τον είδα είντα μάδκια είσεν
(1940)
Η παροιμία αποδίδεται εις μύθον καθ' όν μονόφθαλμος σύζυγος συνήθιζε να φέρη την πρωτοχρονιά δώρα εις την σύζυγόν του. Κάποτε όμως επειδή δεν της έφερε το δώρο της, δυσαρεστηθείσα, τον εκοίταξε το πρώτον τότε κατά πρόσωπον, ...
Από 'σιει δέντρον έσιει σιός τζι από 'σιει σιός τζιομάται
(1953)
Λέγεται επί ανθρώπων οι οποίοι έχουν αφήσει απογόνους δια να τους γηροκομήσουν. Από 'σιει = όταν έχει , σίος = σκιά
Με μισταρκός χρονεύκει, με πετεινός δκιετεύκει
(1940)
Είναι δύσκολον μακρόν χρόνον να μείνωσιν ευχαριστημένοι αφεντικοί και υπηρέται
Αγαπώσε σαν τοσ σκόρτον τζαι το κρομμύιν
(1940)
Αμφότερα δύσπεπτα, προ παντός δε ένεκα της κακοσμίας δεν τρώγονται παρά αραιώς. Η παροιμία ενδεικτική περιφρονήσεως και αποφυγής, λέγεται δια πρόσωπα ή πράγματα μη ευχάριστα.
Όποιος ανακατώννεται με τα πίτερα τρων τον οι όρνιθες
(1953)
Να μι δίδωμεν προσοχήν εις ασήμαντα ζητήματα
Αδ δεμ μ'αγαπάς, προσγέλα μου
(1930)
Προσγελώ=προσμειδιώ, όπως κολακεύσω τινά, κολακεύω, περιποιούμαι
Χωρίζει το νύσίμ που το κριάς;
(1948)
Ερμηνεία: Για κείνους που' ναι πολύ στενοί συγγενείς ή στενά συνδεμένοι
Βάλλεις τογ Γιώρκην με τον Άΐγ – Γιώρκην ;
(1931)
Άμα πρόκειται για σύγκριση δύο ανθρώπων που ο ένας είναι κατά πολύ μεγαλύτερος του άλλου
Ααγκρίστη ο λαός του λαονιού, τζαι που να να μείνη
(1951)
Θύμωσε ο λαγωός με την κατοικίαν του (τα όρη) και που θα πάει να μείνει
Στες χαρές ο πίσκοπος τζιαί στες πομπές ο δκιάκος
(1953)
Ερμηνεία: Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι θέλουν να απολαμβάνουν των αγαθών μόνον. Τας αντιξοότητος τους αφήνουν εις άλλους
Προστάσσουν τηγ κάττατ τ' η κάττα τα καττουδκια της
(1930)
Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι προστασσόμενοι να πράξουν τι, προστάσσουν άλλους να το κάμουν
Ο παπάς κρατεί τ' ασσίν τζ΄η παπαδκιά τ' ασκόδημμαν
(1920)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων πλεονέκτημα και ισχύν μεγαλυτέραν εις των αντιπάλων
Άμα κατσιαρίση ο άις Αντριάς έσει νερά
(1940)
θαλασσοταραχή περί το εξωκλήσι αϊς Αντριάς μεταξύ Καραβά και Κερηνείας, είναι προμήνυμα βροχής
Άδρωπος τ' αδρώπου μοιάζει
(1948)
Ερμηνεία: Για την ομοιότητα
Θωρείς δκυό τζ' αγαπιούνται; Έξερε τζ' εμ που τον ένα
(1940)
Την αρμονίαν, κατά την συμβίωσιν δύο ατόμων δεν εξασφαλίζει μόνον την συμφωνία αισθημάτων, φρονημάτων κλπ. αλλά προ παντός η προσαρμογή του ενός προς τον χαρακτήρα του άλλου
Το σκυλλίσ σου, το καττίσ σου, όπως το μάθης έχεις το
(1924)
Εκ της διαπαιδαγωγήσεως και ανατροφής εξαρτάται το ήθος του παιδευομένου
Είντα σου λείπει κκέλη; Μαρκαριταρένη σκούφκια
(1924)
Παρεμφερής: Όλα τάχει η Κουρελού
Τραύα, Γούμενε, τοσ σερόμυλον
(1940)
Δι' όσους επιζητούν καλυτέραν ζωήν εύρον χειροτέραν τοιάυτην.
Απ' αντραπή τζι αγκαστρωθή κακόν αγκάστριν έσιει
(1953)
Να μη ντρεπώμαστε
Ανάγυιοσ' τον κολιόν να βκάλη τα μμάτια σου
(1925)
Ανάθρεψε τον κολοιόν να σου βγάλη τα μάτια σου
Στο φτίσ σου σκολαρίκι
(1920)
Ερμηνεία: Λέγεται, όταν της πταίση και θέλεις να της ειπής να μη λησμονήση και ότι θα τον εκδικηθείς
Γιαλιάλι μέσ σπάσης ταβκά
(1940)
Λέγεται ειρωνικώς δια τους άγαν προσεκτικούς τους λαμβάνοντας λεπτολόγους προφυλάξεις ως να επρόκειτο περί πολύ λεπτής τάχα εργασίας ή σοβαράς υποθέσεως,απατούσης μεγάλην προσοχήν.
Αφήναουν τζαι κανέναν να αγιάση;
(1940)
Επί όσων εκ χαρακτήρος αδυνατούσι να κάμωσι τι, και ενώ αδιαφορούσι αιτιώνται τους άλλους ως υπάιτιους
Φάκκ' αβκά στον τοίχον
(1940)
Δια τους μη κλονιζομένους από λογικά επιχειρήματα και επιμένοντας ασαλεύτως εις τας γνώμας των.
Ο αλουπός στην ανεμοζάλησ σαίρεται
(1940)
Ο τυχοδιώκτης ευχαριστείται εις τας αναστατώσεις που παρέχουσι ευκαιρίας δράσεως και κέρδους
Φήνουν τζαι κανέναν ν' αγιάση τουτ οι μούρτατοι της Αμμοχώστου;
(1940)
Φαίνεται τοπική της Αμμοχώστου. Εκ ταύτης εσχηματίσθη η προηγούμένην λαβούσα μορφήν γενικής τοιαύτης
Κόψε με αγά μου ν' αγιάσω
(1940)
Αδυνατούντες να υπεραμυνθώσι οι Κύπριοι φέρονται ως κολακεύοντες τον τούρκον δια να κινήσωσι τον οίκτον του. Υποθέτομεν ότι δεν είναι γνησίωσελ. Κυπριακή λεγομένη κατ' απομίμησιν ίσως του περί Χίου λεγομένου
Όποιος παρπατεί γιάλι – άλι κόβκει στράταμ πολλήν
(1920)
Ερμηνεία: Σπεύδε βραδέως
Όποιος θέλει ν' αγαπήση, θέλει να χασομερίση, θέλει τζ' άσπρα να ξοδκειάση τζαι να μεν τα λοαρκάση
(1940)
Τα καλά, τα κατά τον βίον ποθητά από όλους, μόνον με κόπους και χρηματικάς θυσίας δυνάμεθα να αποκτήσωμεν
Εν ο αγάς ο γέρημος
(1940)
Εστερημένος φίλων και περιουσίας κομπάζει διότι έχει τον τίτλον του αγά. Λέγεται επί των εν απομονώσει διατελούντων και επί των δι' επουσιώδεις λόγους μεγαλοφρονούντων
Αγκρίστηκεν η γουρουνιά τζ' έπκιασεν τα γουρούνια τζ' έβκηκεμ πα στης συκαμιάν να φάη μακαρούνια
(1931)
Μάλωσε η γουρούνα μου κ' έπιασε τα γουρούνια και βγήκ' απάνω στη μουριά, να φάη μακαρούνια. Ερμηνεία: Για κείνους που τους ψευτοκακοφαίνεται το παραμικρο. Συνηθίζεται στα παιδάκια
Άλλοι τρώσι το λαρτίν τζι' άλλοι ππέφτουν στην ορκήν
(1953)
Άλλοι είναι φταίστε, και άλλοι κατηγορούνται συνήθως
Βούς να μεν ετζημώννε τουτζ τζαί γεναίκα να μεν εγένναν, ποττέ της εν εγέρναν
(1930)
Τζημώννω=καμώ, φιμώ, θέτου κημόν εις το στόμα του ζώου, δια τα μη τρώγη
Που τες παρακ'αλησες έβκαλα τους Αγίους που το θρόνιν τους
(1930)
Παρόμοια φράσις επί περιστάσεων, καθ' ας παρακαλέι τις την Παναγίαν και τους Αγίους να τον απαλλάξουν από κίνδυνόν τίνα ή κακόν ή ασθένειαν
Είπαν του λύκου “εκτενίστης;” τζ' είπεν τζ' ετζείνος -εβρουλλίστηκα τζ' όλα
(1920)
Ερμηνεία: Επί των μη εχόντων φροντίδας δια το ότι στερούνται εκείνου, το οποίον συνεπάγεται φροντίδα, επομένως επί των ανεχών
Άδρωπος εν ο τόπος τζι' ο τόπος γέρημος
(1953)
Όλα εξαρτώνται από τον άνθρωπον, Εν = είναι, Γέρημος = έρημος
Η καμήλα και αψ ψωρκάση, πάλε σηκώννει γομάριν για πολλούς γαάρους
(1924)
Ο βαθύπλουτος και αν ζημιωθή αρκετά, πάλιν η περιουσία του θα είναι ισοδύναμος με την περιουσία πολλών ομού πτωχών
Ποκεί, πον να βκη ο λόος, εν να βκη και η ψυχή
(1924)
Ποκεί, πον να βκη ο λόος = ποκεί που βκαίννει' Σακελλ.
Τον αγαπάς ξατίμαζε τζαι τον μισάς σ αιρέτα
(1920)
Ερμηνεία: Παροιμία διδάσκουσα την υποκρισίαν χάριν εξαπατήσεως του κόσμου. Σημ. ξιτιμάζω= υβρίζω, ατιμάζω με υβριστικάς λέξεις)
Αϊος που 'θ θαυματουρκά έν του ταιρκάζουν τά τζνερκά
(1931)
Για όσους έχουν αποκτήσει μια φήμη, χωρίς όμως να δείχνουν κι ανάλογη δραστηριότητα ή δύναμη. Επομένως δεν τους ανήκει η τιμή
Αγκονίστην ο αβράκωτος βρατζίν
(1920)
Ερμηνεία: Επί των εκλιπούτων. Αγκονίζομαι = αποκτώ ( εκ τας έγγονος, εγγονή)
Ξούρισ' τ' αυγκόν τζαί πιάσ' το μαλλίν
(1920)
Ερμηνεία: Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος.
Με μισταρκός γρονίση με πετεινός δκετίση
(1920)
Ερμηνεία: Γρονίση = χρονίση η να μείνη επί εν έτος
Αγκρίστηκεν ο λαός με τ 'ορος!
(1931)
Δηλαδή όπως είναι αδύνατο ο λαγός να κακοφανιστή με το δάσος, έτσι αδύνατο είναι ναι δυο που 'χουν αμουβαία μεγάλα συμφέροντα να μαλώσουν
Καλός, καλός ο χοίρος μας και ευρέθη χαλαζιάρις
(1924)
Περί των διαψευδόντων την σχηματισθείσαν καλή γνώμην ή προώρως διαδόθεισαν φήμην των
Εγυρεύτην η καμήλα στογ γάμον, για ξύλα για νερόν
(1920)
Ερμηνεία: Επί εκείνων από τους οποίους απαιτείται πάντοτε υπηρεσία
Ξανίσκω τα χώματα να μπουν μέσ΄ ΄ςτάμάθκια μου
(1924)
Ξανίσκω Σακελλ.
Όπου και άμ πάη η κλαναρκά, τον κώλον της παίρνει τον
(1924)
Λέγεται ιδία περί αλαζόνων και κομπορρημόνων
Άλλον τολ λάμνουν εκατόν και άλλον τολ λάμνει' ο νους του
(1924)
Ερμηνεία: Επί των βασανιζομένων διαρκώς υπό ποικίλων ανησυχιών, σκέψεων και φροντίδων, όπως ο υπηρετών συγχρόνως εκατόν πιέζεται υπό πολλών και ποικίλων αμά απαιτήσεων
Πελλός εποκοιμήθην και πελλόν όρομαν είδεν
(1924)
Λέγεται αστείως προς τους αφηγουμένους όνειρα παράξενα και μη δυνάμενα να επαληθεύσουν
Έρριψεν του μιαν ροτσιάν
(1925)
Ροτσιά = πέτρες
Τζιείνος πον σε ξέρει ακριβά σε γοράζει
(1954)
Ερμηνεία: Λέγεται επί ανθρώπων οι οποίοι κατά βάθος τίποτε δεν αξίζουν, ενώ φαινομενικώς θέλουν να παρουσιάζωνται ως καλοι
Φτωχός άγιος δόξαν εν έχει
(1940)
Ο ανίσχυρος και πτωχός ούτε εκτιμάται αλλά ούτε και λαμβάνεται υπ' όψιν και όταν ακόμη έχει κάποιαν αξίαν
Τον αγαπάς ξητίμαζε τζαι τομ μισάς σαιρέτα
(1931)
Βρίζε κείνο που αγαπάς κι όποιο μισάς χαιρέτα)
Απ' αγαπάς ξιτίμαζε τζη' απού μισάς shαιρέτα
(1951)
Βρίζε όποιον αγαπάς, και χαιρέτα εκείνον που μισάς