Αναζήτηση
Αποτελέσματα 401-500 από 5068
Κώλος τζιαί βρατζτίν
(1951)
Κώλος και βρακί
Εβράσιηεν, εγίνεν σούπα λούμα
(1925)
Διάβροχος
Άδρωπος τ' αδρώπου μοιάζει
(1951)
Ερμηνεία: Ο άνθρωπος μοιάζει τ' αλλουνού ανθρώπου
Άλλος χασκά τζ' άλλος μεταλάβει
(1920)
Χασκά = χάσκει
Κοντός ψαλμός αλληλούϊα
(1940)
Προς κατάπαυσιν ενοχλητικής συζητήσεως
Ο παθός εν ο γιατρός
(1931)
Παίζει μας αλουπκιές
(1920)
Σημ. αλουπκιές = δέρματα, μεταφ. Πονηρίαι. Ερμηνεία: Επί των νεοκριτών
Απου πονεί γαουρινα φωναζει
(1920)
Το στόμαν του μυρίζει γάλαν
(1940)
Έσει γινάτιν τζυκκώτικον
(1940)
Η δουλειά εβρώμησε
(1940)
Επί υποθέσεων που περιέρχονται εις δυσάρεστον θέσιν
Έσει ο λαός μονήν;
(1920)
Σημείωσης: Μονή = στρώμα, κόιτη (ζώων)
Εγγυητής τζαί καλοπκερωτής
(1940)
Ο εγγυητής καταβάλλει συνήθως τα οφειλομενα
Απόσει γένεια, έσει χτένια
(1940)
Είδε τον ένα τέσσερα
(1924)
Λέγεται όταν σηκώνται κανείς γρήγορα επειδή είναι ανάγκη
Τάβκ' αλωνέβκουν τα;
(1940)
Τ' αμμάτιν πύργκους καταλλυεί
(1930)
Η βασκανία
Τα λέει νέττα σκέττα
(1925)
Ομιλεί ειλικρινώς και απλά
Η μάνα, εμ μάννα
(1940)
Τα πολλά στα πολλά τρέχουν
(1940)
Εμ μέλιγ γάλα
(1940)
Ερμηνεία: Επί αδιαταράκτου φιλίας
Έχω αμαρτίες να κόψω
(1940)
Επιάστηκε στο δίχτυμ μου
(1940)
Κρούζει σαν το σφηλικούντριν της μέλισσας
(1930)
Κρούζω = κεντρίζω
Ο άππαρος εγέννησε δαμάλιν
(1940)
Κλάννει τζαι τζερνά μου
(1930)
Εν η κλατζιού
(1940)
Έφτασεν ο κόμπος στο χτένιν
(1940)
Θαρτιέσαι εμ πάντα μάτσιες;
(1940)
Επέρασεμ μαύρην νύχταν
(1940)
Με μαύρας σκέψεις και πενθίμους συλλογισμούς
Απού πονεί, πά στογ γιατρόν
(1931)
Το φταίσιμον εν του σκοτωμένου
(1951)
Το φταίσιμο τόχει ο σκοτωμένος
Τα περασμένα ξεχασμένα
(1940)
Ό,τι παρήλθεν ανήκει εις το παρελθόν
Εβλάστησεν σαν το μανιτάριν
(1940)
Τράβα πόνον για ομορφκιάν
(1951)
Υπόμεινε τον πόνον για ομορφιά
Εθ θέλω κολαούζον
(1940)
Έβκαλεν το όνομα ο θεριστής
(1940)
Απόσει γόνατα, γονατίζει
(1940)
Ο έχων στήριγμα, δεν καταρρέει, συγκρατείται.
Έσει φλάγκαν τού βού
(1940)
Εν τζι εν' κόλλυφα;
(1951)
Δεν είναι κόλλυβα
Σαν τοδ δράκον
(1940)
Δι' ευρώστους και χαίροντας άκραν υγείαν
Που τον τζαιρόν του Χριστού
(1940)
Πετάσσει μεγάλους πόρdους
(1940)
Δι' όσους κομπορρημονούν
Πόσα ξέρεις; Τα όσα είδα
(1940)
Γελά τζ' ο νοικοτζύρης
(1940)
Γελά τζ' ο μάρσαπης
(1940)
Εύρε Φίλιππος τον Ναθαναήλ
(1940)
Το Ευαγγελικόν
Tencere teherlendi kapagim buldu
(1940)
Τούρκικη
Σαν τηβ βρεμμένην όρνιθα
(1940)
Εν εφτάψυχος σαν τογ κάττον
(1940)
Εσήμανεν τογ καλά
(1930)
Δηλαδή τον εξύλισε πολύ
Τα δεξιά ξινάστραφα
(1940)
Επί υποθέσεων που αντί ευνοϊκώς, βαίνουσι κακώς
Να παράδ δός μου κρέας
(1940)
Αδεμασελλαν του σσύλλου
(1920)
Ερμηνεία: Επί των αδιακρίτων και αναισχύντων
Όπκοιος δκιαλέει, ποδκιαλέει
(1940)
Έσει γινάτιν του καμήλου
(1940)
Άνθρακες ο θησαυρός
(1940)
Κάμνει τον άνεμον κουβάριν
(1940)
Η γλώσσα του εψ ψαλλίδιν
(1940)
Έκατσε στ' αβκά του
(1940)
Οποιος δουλεύκει τρώει
(1940)
Ο παρέχων εκδουλεύσεις δικαούται και εις ανταμοιβήν
Πίτταν έσεις, έννοιαν έσεις
(1940)
Έμ μετάξιν αφεντικόν
(1940)
Όπκοιος ιδκιάζεται, ποστέκεται
(1940)
Ο μετά σπουδής καί συνεχής εργαζόμενος κουράζεται
Άρατε πύλας
(1940)
Σπανίζει, ως αστεϊσμός. Εκ του ευαγγελικού ρητού
Βούννου, βούννου, βρε λοή
(1940)