Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4701-4800 από 5068
Ας με μισούσιν ούλλοι, τζ' άς μ΄ αγαπά ο Θεός
(1940)
Με προστάτην τον Θεόν δεν φοβούμεθα αν άλλοι μας εχθρεύονται
Θέλ' η αρκούδα τζαι χορέβκει;
(1940)
Πολλάκις φορούμεν μάσκαν και φαινόμεθα εύθυμοι ενώ το αντίθετον συμβαίνει
Εν έσει ο φτωχός, μμά έσει ο Θεός
(1940)
Τους πτωχούς προστατεύει το θείον
Πάρα πολλά τζαι δανεικά, κάλλιολ λλία τζαι δικά μας
(1940)
Τα δανεικά οφείλομεν να επιστρέψωμεν, ενώ τα δικά μας διαθέτομεν χωρίς να ανησυχώμεν
Παρά καττοφαημένος, κάλλιοθ θαλασσοπνιγμένος
(1940)
Παρά εξευτελιστικός θάνατος προτιμώτερος ο οπωσδήποτε τιμητικός
Κάλλιον άντρα μ' έναν αμμάτιν, παρά μ' έναμ παιδίν
(1940)
Τα ξένα παιδιά είναι ενοχλητικά και γεννώσι δυσαρεσκείας
Παρά νηλιοκαμένα, κάλλιον νεροπνιμένα
(1940)
Δια την γεωργίαν ή ανομβρία είναι εποβλαβεστέρα από την πολυομβρίαν
Το καλόν αρνίν βυζαίνει δκυο μανάδες
(1940)
Ο καλός συντρέχεται προθύμως
Αν άκουεν ο Θεός τογ κατσικόρωνον εν να ψοφούσε κάθε μέρα γαϊδάρους
(1940)
Ο καθένας ζητεί ότι του συμφέρει, το οποίον όμως είναι ασύμφορον ή επιζήμιος είς άλλον
Ας εγ καλά η γεναίκα μου. Γοράζω κούτσια τζαί τρώω ψάριν
(1940)
Δι όσους η σύζυγος, κερδίζουσα ακόπως εξ αθεμίτων σχέσεων, είναι εις θέσιν να εξοδεύσωσιν αφειδώς
Το μπαστούνιν έσει δκύο νάκρες
(1940)
Δηλαδή κρατείς την μίαν δύναμαι όμως να πάρω την άλλην και να ξυλίσω.Ο απειλών πρέπει να έχη υπ' όψιν του το δυνατόν της αντεπιθέσεως, διότι έκαστος έχει τα τρωτά του.
Θέλει μούλασ σελλοχαλινωμένην
(1940)
Επί προικοθήρων. Γαμπρός προ του γάμου του ήγειρεν την αξίωσην να του δοθή και μούλα σελλοχαλινωμένη. Η νύμφη πείσασα τον πατέρα της έλαβε το μουλάρι και αφού το παρέδωσεν εις τον γαμβρόν απεχώρησε
Μουγκρίζ' η θάλασσα, τζ' εν να βκάλη άνεμον
(1940)
Το ταραχώδες ξέσπασμα των κυμάτων ακολουθεί άνεμος η βροχή
Αλλού τα κακκαρίσματα, τζ' αλλού γεννούν οι κότες
(1940)
Καθ' άς περιστάσεις επισυμβαίνει κάτι αλλού παρ' όπου θα ανεμένετο. Η λέξις κότα δεν είναι εύχρηστος παρ' ημίν
Άλλα μου 'λάλεν η θκειά μου τζ' άλλα ακούασιν τ' αφκιά μου
(1940)
Δια τους μη προσέχοντας εις τας επιθυμίας και τα συμφέροντα των άλλων
Εδώσαν του πελλού λουκάνικον, τζ' εν τόθελεν γιατ' ήτουν ζαόν
(1940)
Δι' όσους έχουσι παραλόγους αξιώσεις
Εμέλ' λαλούσιν Ευαλλούν, σήμερα δα, τζ' άρκον αλλού
(1940)
Δια τους φερεοίκους και ικανούς ώστε να αψηφώσι οιανδήποτε απειλήν
Άλλος με τογ κόπον του τζ' άλλος με τον τρόπον του
(1940)
Άλλοι δια της εργασίας των κερδίζουσι τα προς τον βίον και άλλοι δια μέσων ουχί εντίμων
Με μιαμ πέτραν δκυό τρυγόνια
(1940)
Καθ' ας περιπτώσεις δια μας ενέργειας μας θίγονται δυό είτε επιτυγχάνονται δυό σςυγχρόνως δουλιές
Αλλού μας τρώει, τζ' αλλού κνηθούμαστην
(1940)
Όταν πράττομεν κάθε άλλο παρά ό,τι πρέπει
Ο άντρας μου βασιλέας, εγώ βασίλισσα. Αρφός μου βασιλέας εγώ μιστάρσκισσα
(1940)
Είναι διάφορος η θέσις και τα δικαιώματα της υπάνδρου από τα της αδελφής εις τον οίκον του αδελφού της, ανεσομένου την συντήρησίν της. Συνήθως νύμφη και ανδραδέλφισσα δεν ομονοούσιν
Ένα κομμάτιν άθθρωπος, τζαί δεκαφτά γεναίτζες
(1940)
Η γυναίκα που επλάσθη από την πλευράν του ανδρός, είναι δειλή και αδύνατος, εν αντιθέσει προς τον άνδρα ως τραχείς αγώνας ανδριζόμενον
Απ' αντραπεί τζ' αγκαστρωθή κακόν αγκάστριν έσει
(1940)
Οι ντροπαλοί αδυνατούσι να αρνηθώσιν, έστω και αν τα επιζητούμενα είναι δι αυτούς καταστρεπτικά
Ο άνθρωπος εν ο τόπος, τζ' ο τόπος γέρημος
(1940)
Την αξίαν κάθε τόπου ο άνθρωπος την προσδίδει, εγκαθιστάμενος και καλλιεργών την γήν
Την αντροπήν έκαμεν την πίτταν τζ' έφαν την
(1940)
Δι όσους απέβαλον κάθε συναίσθησιν αξιοπρεπείας
Αντί του μάννα χολήν
(1940)
Επί όσων αντί αγνωμοσύνης προσφέρουσιν εις τους ευεργέται των αγνωμοσύνην
Ο ζευκαλάτης δουλεύκει μαύρικα, τρώει σαν αφέντης
(1940)
Εργασθείς τίμια τρέφεται δι' ανταμοιβήν και δια να έχη δυνάμεις να εργασθή. Ο ιδιοκτήτης επίσης σκληρά δουλεύων εξασφαλίζει καλήν απόδοσιν
Κατύση του χωραφκιού πόθ θωρεί τον αφέντη του
(1940)
Ο ιδιοκτήτης θα επιμεληθή το κτήμα του καλύτερον από τον ξένον, όστις μη έχων συμφέρον δύναται να το αμελήση.
Εν αφφάλια κολλημένα
(1940)
Όπως ο ομφάλιος λώρος κρατείται αναποσπάστως από το βρέφος ούτω και φιλικαί σχέσεις δύνανται να είναι αρραγείς
Σήμερον βεζύρης τζ' αύριον ρεζίλης
(1940)
Ο πτωχός σπαταλών δι επίδειξιν θα γίνη καταγέλαστος και θα πεινάση
Κατουρά που το αφφάλιν
(1940)
Επί ευφυών επιτυγχανόντων και τα πλέον απίθανα
Βουθά η κουμέρα της η Λαμπρού
(1940)
Προέκυψε από τον μύθον καθ' όν οκνηρά και ανόητος γυναίκα, αντί να νήθη, όπως η τότε συνήθεια, έρριπτεν εις την φωτιάν το βαμβάκι, που έπρεπε να κλώθη. Εις κάποιοαν ερντήσασαν αυτή μόνη δεν εργάζεται απήντησεν οτι ετελείωσε ...
Όπχοιος πουλεί βερεσιέ κάμνει τα σόνιν τζαι γαστρίν
(1940)
Ο πωλών επί πιστώσει ζημιούται, διότι τό πλείστον τής οφειλής δέν θά τού αποδοθή καί όχι μόνον χάνει τόν πελάτην του αλλά καί μεταβάλλει αυτόν εις εχθρόν
Όπκοιος ιδκιάζεται κάμνει τά παιδκιά του στραβά
(1940)
Η μεγάλη βία συνεπάγουσα κακήν εκτέλεσιν, είναι αφορμή αποτυχίας
Με το βελόνι γυρεύκει ν' ανοίξη λάκκον
(1940)
Δια τους ματαιοπονούντας να πραγματώσωσιν έργα ανώτερα των δυνάμεων και των μέσων που διαθέτουσι
Βήχα τζαί συνάχι, καλότυχος πού τάσει
(1940)
Ειρωνικώς δι' αμφότερα πού είναι ενοχλητικά
Τούκοψα τόβ βήχαν
(1940)
Όπως είναι ενοχλητικός ο βήχας, ούτω πως καί αι παρακλήσεις και απαιτήσεις, από άτομα μάλιστα ασυμπαθή
Ακούω τα βερεσιέ
(1940)
Τό βερεσιέ δέν είναι νόμισμα αξίας, συνεπώς καί κυκλοφορίας. Όταν δέν δίδομεν πίστιν είς τά λεγόμενα τινός
Θέλει τζαι το παξιμάδι βρεμμένον
(1940)
Προήλθεν από τον μύθον του τεμπέλη, που ωδηγείτο εις την αγχόνην. Κάποιος διανάτης ιδών, την υφ' ης συνωδεύετο συνάθροισιν, και μάθων την αφορμήν παρεχώρησεν αποθήκην του, με παξιμάδι, δια να τρώγη ο τεμπέλης. Αυτός ηρώτησεν ...
Θέλει τζαι το παξιμάδι βρεμμένον
(1940)
Προήλθεν από τον μύθον του τεμπέλη, που ωδηγείτο εις την αγχόνην. Κάποιος διαβάτης ιδών την υφ' ης συνωδεύετο συνάθροισιν, και μαθών την αφορμήν παρεχώρησεν αποθήκην του με παξιμάδι, δια να τρώγη ο τεμπέλης. Αυτός ηρώτησεν ...
Παντές τζ' ο γυιός τού βόκολου έσει βούδκια
(1940)
Τά βώδια αγοράζει πάς τις έχων χρήματα. Λέγεται διά τούς επαιρομένους δι' όσα ο καθένας εύκολα μπορεί νά έχη
Να βάλουμεν τογ Γιάννην με τον Άιν Γιάννην;
(1940)
Ο καθείς έχει διάφορον αξίαν
Ένα ξύλοσ στήφ φωδκιάν, τζαί πελλός πού τού φυσά
(1940)
Διά νά ανάψωμεν φωτιάν πρέπει τά ξύλα νά είναι περισσότερα τού ενός διότι ένα καί μόνον δέν ανάπτει
Όποιος πηαίννει ελπίζοντας, πεθανίσκει χέζοντας
(1940)
Η ελπίς είναι ευεργετική (Chi vive sperando muore cacando)
Ομπρός Μαρρού τζαί πίσω Κώστας
(1940)
Ειρωνικώς διά ζεύγος πού δέν διακρίνεται διά τήν ευφυΐαν καί τά προτερήματά του
Έναν αρνίδ δκυό τομάρκα έγ γίνεται
(1940)
Ο αυτός εργάτης αδυνατεί νά εκτελή δυό συγχρόνως εργασίας
Εν ο καδής ο αβάνης
(1940)
Λέγεται διά τους κατηγορούντας άλλους ψευδώς διά να καρπωθώσι ωφελείας
Εν τω Άδη ούκ έστι μετάνοια
(1940)
Αντάν να θέλη ο Θεός καυτσούνται τζ΄οι μηνά(δ)ες
(1940)
Βοηθέι να γίνεται κάτι το καλόν και ωφέλινον ώστε να αναφέρονται ευφήμως. Ίσως αναφέρεται εις την περί του Μαρτίου παράδοσιν
Ή εληά θέλει πελλόγ κλαδευτήν, τζαί φρόνιμον τρυητήν
(1940)
Η εληά θέλει καλόν κλάδεμα, προσεκτικόν δέ τρυγητήν διά νά μή φθείρονται τά καρποφόρα κλαδιά
Όταν θέλει ο Θεός, θέλου τζ' οι άγιοι
(1940)
Η δύναμις των αγίων πηγάζει από τη συγκατάβασιν του Θεού. Οι από άλλους εξηρτημένοι πράττουσιν ότι αυτοί τους επιτρέπουν
Ο ήλιος γεννιέται τζ' ο κόσμος τοθ θωρεί
(1940)
Η αλήθεια φωτοβολεί και είναι καταφανής εις όλους
Ο λα(γ)ός τζαι το περdίτζιν τζ' ο καλός ο νοικοτζύρης τογ Γεννάρην φαίνουνται
(1940)
Ο προβλεπτικός νοικοκύρης έχει και τον Γεννάρην τρόφιμα, σπανίζοντα εις τα ορεινά χωρίς τον χειμώνα
Όφτζαιρον εν το τζελλίν; Τζ' η νοικοτζυρά πελλή
(1940)
Εφόσον εξυπηρετούνται τα συμφέροντά μας ευτίσκομεν ότι είναι όλα καλά, κακά δε και οι αδυνατούντες να μας είναι γαλακτοφόροι αγελάδες
Έννοιαμ πούπιασεν τογ κκέλην πως ακρίβωσε το χτένι
(1940)
Ο κκέλης δεν χρειάζεται χτένι, επομένως αδιαφορεί αν υπάρχει
Άμ μέν εγονάτιζεν η καμήλα έθ θα την εφορτώναν
(1940)
Εάν πάσχομεν πταίομεν και ημείς υπάρχοντες συγκαταβατικοί.
Παρά να φάη ο γάδαρος, καλύτερα ο άππαρος
(1940)
Ο μέλλων να ωφεληθή προτιμώτερον να είναι εκείνος που του αρμόζει
Εν τα΄γέρημα του Ιορδάνη
(1940)
Ερμηνεία: Επί ατάκτως τοποθετημένων οικιακών σκευών, και γενικώτερον επί πολύ ανωμάλων υποθέσεων
Του ακριβού το ψουμίν, ο ποντικός εν το δακκάνει
(1940)
Ο τσιγκούνης προσπαθεί ούτε ψίχουλον να χάση
Άδ δεδ δακκάνει, λάσσει
(1940)
Δι' όσους εργάζονται ικανοποιητικώς
Εν το κουτσίν της ρκάς
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Όποιος ανακατώννεται με τα βόρβορα, τρών τον οι σοίροι
(1940)
Ο εις κατώτερον του εφ' ου ίσταται επιπέδου κατερχόμενος, ο αναστρεφόμενος φαύλους, εκφαυλίζεται και υποβάλλει την ήν έχαιρε εκτίμησιν
Άμα θερίζεις μέφ φήνεις κουτσούλλες πίσω σου, γιατί σπάζουν τα νεβρά σου
(1940)
Δουλειά γινομένη με προσοχήν αποδίδει και απαλάσσει από ζημίας. Κουτσούλα είναι ο στάχυς
Ξέρ' ο σσύλος τον αφέντην του
(1940)
Δια πειθαρχούντας και υπακούοντας εις ανωτέρους των.
Πόξω σου γυρεύτου, πόσσω σου νοικοτρυρεύτου
(1940)
Ζήτησε και από άλλους προ παντός όμως από τας ιδικάς σου δυνάμεις να έχης ότι χρειάζεσαι
Που σεττοκόπος 'γούμενος, πού μάειρας πίσκοπος, ότ' έκαμνεν ο μάειρος ο πίσκοπος τα γνώριζεν
(1940)
Ο υπηρέτησας ως διαφόρους θέσεις γνωρίζει τι πράττουσιν οι εις αυτάς υπηρετούντες
Ο έξυπνος άθθρωπος πκιάννει τολ λαόμ με τ' αμάζιν
(1940)
Ερμηνεία: Ο πολύπειρος κατορθώνει εκείνο το οποίον θα απετύγχανεν ο άπειρος
Όσος εμ που πάνω που τηγ γην, άλλος τόσος εμ που κάτω
(1940)
Δηλωτική ευφυΐας και ικανότητος
Έν έχ΄ χατζής παπάς, τζ' έμ παπάς χατζής
(1940)
Η ουσία δέν καταστρέφεται, ούδ' αλλάσσει μέ εντελώς επουσιώδη μεταλλαγήν
Ομπρός δακκάννει, τζαί πίσω κλωτσά
(1940)
Λέγεται επί διπροσώπων καί φύσει κακών
Τα πεθυμά φαντάζεται
(1940)
Ερμηνεία: Η φαντασία μας παρουσιάζει ως πραγματικότητα εκείνα που υπερβολικά επιθυμούμεν
Είδες το πωρνόν ζωνάριν; Λάμνε παίδκηο στο ζευκάριν
(1940)
Καιρικαί παρατηρήσεις. Το ουράνιον τόξον το απόγευμα προμηνύει βροχή
Τ' αγκάθιν κάμνει ρόδον, τζαι το ρόδον αγκάθι
(1940)
Όπως καλόν πατέρα ακολουθεί κακός υιός, δύναται και το αντίθετον να επισυμβή, να διαδεχθή κακόν καλός υιός
Τζείνος που θέλει να σε φιλήση, τηβ βουκκάσ σου θωρεί την
(1940)
Ο γνωρίζων πως οι άλλοι στερούνται δύναται να τους συνδράμη πριν ζητήσουν την βοήθειάν του
Η θάλασσα θέλει να φάη σύκα
(1940)
Εις κάποιον που έκαμνε το εμπόριον των σύκων, συνέβη το καράβι να κινδυνεύση από τρικυμίαν και τα σύκα να χαθώσι. Όταν εις την επιστροφήν του η θάλασσα έγινε γαληνιαία ο έμπορος είπε το ως άνω παρομοιώδες
Όταθ θέλ' η νύφφη τζ' ο γαμπρός, τύφλαν νάσ' ο πεθθερός
(1940)
Η συνενόησις των αμέσως ενδιαφερομένων κάμνει να παρέλκη η συγκατάθεσις των άλλων
Όπου θέλ' ο κουτσαγκάς βάλλει τ' αφτίν της κούζας
(1940)
Κουτσαγκάς ο, είναι ο κατασκευάζων κουτσάγκια, πιθάρια
Όπου θέλει ο κουζάρης βάλλει τ' αφτίν της κούζας
(1940)
Οι αφ' ων εξαρτάται κάτι, πράττουσιν, ό,τι και όπως θέλουσι