Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 139
Έδ δανεικά τα πίσκαλα στογ γάμον
(1931)
Άμα θέλη κανείς να δηλώση πως θ' ανταποδώση τα ίσα. Η παροιμία προήλθεν από την συνήθεια πού' χουν οι χορευτές όταν χορεύουν το “ζεϊπέκκιν”, ο ένας να στέκεται και να “πισκαλίζη” (κτυπάη τις παλάμες στον άλλο που χορεύει) ...
Δανείζου καλοπκιόρωννε τζαι πάλε στράφου τζ' έπαιρνε
(1931)
Δηλαδή να εξοφλάς τις υποχρεώσεις σου, για να σου παρέχουνται νέες
Ως που πάμεν τζαι γερνούμεν άλλα πράμα τα θωρούμεν
(1931)
Όσο πάμε και γερνάμε, άλλα πράματα κυτάμε
Αγκρίστηκεν η γουρουνιά τζ' έπκιασεν τα γουρούνια τζ' έβκηκεμ πα στης συκαμιάν να φάη μακαρούνια
(1931)
Μάλωσε η γουρούνα μου κ' έπιασε τα γουρούνια και βγήκ' απάνω στη μουριά, να φάη μακαρούνια. Ερμηνεία: Για κείνους που τους ψευτοκακοφαίνεται το παραμικρο. Συνηθίζεται στα παιδάκια
Επολοήθηκεν τζί ο γάδαροςπου την αππέσσω πάγνην
(1931)
Μας απαντάει κι ο γάϊδαρος απ' το παχνί το μέσα. Για κείνους που παίρνουν τον λόγο, χωρία να τους ανήκη και χωρίς να ξέρουν τίποτα για την υπόθεση
Απού πειράζει τογ γάδαρον πίννει τες πορκιές του
(1931)
Δηλαδή, όποιος πειράζει ένα πρόστυχο άνθρωπο, θα υποστή και τα επακόλουθα
Γάιδαρος τάφερεν, γάδαρος να τα φάη
(1931)
Για τους λαίμαργους
Απού 'χ χορτάννει με το λλίον, με με το πολλύν εχ χορτάννει
(1931)
Για τους πλεονέχτες
Λείπει σ' ο γάδαρος, λείπει σε τζ' η ταή του
(1931)
Λείπει σ' ο γάδαρος, σε λείπει το φαΐ του
Ο θεός ειξέρει το τζ' εγιώνdαν να το κρύψω;
(1931)
Ο θεός γνωρίζει το κι εγώ γιατί το κρύβω; Δεν πρέπει λοιπόν να κρύβουμε κάτι μιά και το ξέρει ο θεός