Αναζήτηση
Αποτελέσματα 191-200 από 236
Το 'ονικό έχ χάνεται μμ' αλήθεια τσ' 'έ' πληθαίνει
(1934)
Ονικό=γονική περιουσία. Η παροιμία συνδέεται με το επιχωριάζον της κληρονομιάς έθιμον εν Καρπάθω, καθ' ό η γονική ακίνητος περιουσία παραδίδεται ανέπαφος εις τους πρωτότοκους κτλ, η δε επίκτητος διανέμεται μεταξύ των άλλων ...
Τη γράγ γαμίζεις, το σπόρο χάνεις
(1934)
Ερμηνεία: Η άγονος γραία δεν δύναται να συντελέση εις τον σκοπόν του γάμου, την παιδοποιΐαν. Επί γάμων γυναικός παρήλικος. Π. Π. 4, 128, 15
Στα να μεσσέψ΄ο μαραγκός, ερχετ΄ο καλαφάτης
(1934)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπων επιθυμούντων την συνάντησιν και όμως μη συναντωμένων δια κακήν συνεννόησιν
Ασ σε 'ακκάση 'που το στόμα, διατρό τσαι στρώμα, ασ σε 'ακκάση 'που τη νορά, καβαλλέττο τσαι παπά
(1934)
Πρόκειται περί τίνος θεωρουμένης ως σηλητηριώδους σαύρας (λακονιού), του οποίου το δάγκωμα εκ του στόματος είναι θεραπεύσιμον, ενλω το εκ της ουράς φέρει άμεσον τον θάνατον
Του παλληκαριού ξυλές, είναι 'έλια τσαι χαρές. Τσαι του 'έρου τα κανάτσια, νεροχόχλαστα σπανάτσια
(1934)
Η τραχύτης του νέου συζύγου προς την γυναίκα του (ακόμη και δαρμός) αμβλύνεται από την παλληκαριά του, ενώ αι θωπείαι του γέρου προξενούν αηδίαν
Ο Μελέτης εμελέτα τσ' ο Γληόρης εγληόρα και επήρε ο Γληγόρης του Μελέτη τηγ γυναίκα
(1934)
Ο πρώτος στίχος του κοινού διστίχου
Αν ήθε' να 'ναι τα θήμισα καλά, ήτο να κάνουν τσαί τοις γυναίτσες
(1934)
Η παροιμία αναφέρεται εις τας συχνάς διαφωνίας των συνεταιρικώς εργαζομένων. Εθήμισα = τα εξ' ημισείας κανονιζόμενα (κυρίως επί σποράς) εκ της φρ. εφ. Ημίσεος, εφημίσο, εθημίσο εναλλ. Φ – θ
Φέρου μου να 'αμήσω τη γαάρασ σου! Αμμ' η ετσή τιαν έχει; Για να μητ τημ μαϊρίσω!
(1934)
Δια τους ζητούντας να χρησιμοποιούν τα ξένα πράγματα και οικονομούντας τα ιδικά των
Μηγ γελάσης τσαι 'ελαστής, μηκ καταϊκάσης τσαι καταϊκαστής
(1934)
Επί της ανταποδόσεως των κακών πράξεων
Τσα γλυκαθθή ο βούς, εν αποκόβγεται εύκολα
(1934)
Η κακή συνήθεια δυσκόλως καταπολεμείται