Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 36
Διάβολος εν κι πιάσκεται ων ου συλλαμβάνεται είτε ουχ αλίσκεται
(1886)
Διάβολος=πονηρός
Δυό κι γίνται
(1886)
Ερμηνεία: Επί των τροφή μεν χρωμένων μηδέν δε εις το σώμα επιδιδόντων. Σουιδ. Ζηνοβ. (Παρ' ω κείται τροφήμων πολλή) Σημείωση : Η ημετέρα παροιμία γενικώτερον έχει εφαρμογών σημαίνουσα των επίμονον ταις χείρουσιν εμμονών
Εδώκες με χάλκωμαν και γυρεύεις χρυσάφιν
(1886)
Χαλκόν δούς μοι χρυσόν απαιτεί. Ερμηνεία: Αντί κακού κυνός σύν απαιτεί. Επί των καλά αντί κακών απαιτούντων
Οπίσ πάγ' κ' έμπρου κ έρται
(1886)
Οπισθοδρομεί, αλλ' ου πρόσω χωρεί. Ερμηνεία: χρώνται μεταφορικώς επί ασθενών πρός τά χείρω βαινόντον
Όταν του γείτονα σ' η κοιλία πονή και συ τρίψον τ' εσόν
(1886)
Ερμηνεία: Ολολυζέτω πίτις ότι πέπτωκε κέδρος
Έναν τσουτσάκιν τήν άνοιξιν κί φέρει
(1886)
Ένας ανθός έαρ ού ποιεί. Ερμηνεία: “Μιά χελιδών έαρ ού ποιεί”. Έτι δέ ομοία καί ή “εις ανήρ ουδείς ανήρ”, καθ' όσον υφ' ενός ουδέν κατορθούται. Σουίδ. Ζηνίδ. 111, 51. Δ. Χρυσοπ. Β' σελ. 241, Σχολ. Αριστ. σελ. 42
Κάττα και πεντικός
(1886)
Γαλή και μίς
Απάν 'ς σο πρόσωπον έφερε με
(1880)
Ερμηνεία: Έβλαψε βασκήνας
Διαβόλ' τάγμαν είσαι
(1888)
Ερμηνεία: Διαβόλου οπαδός εί