Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "θάβω"
Αποτελέσματα 1-16 από 16
-
Άφσ' τα κάτου, ά θ' αν τα θάψης
(1876) -
Γοργά γοργά ας τον θάφωμε να μη σκώθ η πούτσα του
(1889)Ερμηνεία: Επί των φοβουμένων ή συμβουλευόντων πράγμα ανυπόστατων -
Ήρθι θαμμένους κι άθαφτους
(1939)Περί των υπό δεινού δέους καταληφθέντων δια τι φοβερού γεγονός όπερ είδον ή δια μέγαν κίνδυνον όν διέφυγον -
Θάψε με τζαί να σου χάψω
(1940)Έκαστον είδος καλλιεργείας, χρειάζεται και ίδιον τρόπον περιποιήσεως -
Ν'άχαμαν να θάφταμην
(1906) -
Ποιός δε(ν) θάψη, πάντ' ανημένει
(1896) -
Τον τεμιρτζήν με το ξυλομάκελλον έθάψαν
(1874)Τον σιδηρουργόν ξύλινη μακέλλη έθαψαν. Ερμηνία : Παροιμία δηλούσα οτι οι μερχόμενοι τέχνην τινα αμελούσι χρήσασθαι υπέρ αυτών τοις της τέχνης προϊούσι. -
Τον τεμιρτζήν με το ξυλομάκελλον ποιήσαι
(1874)Σημείωση : Αλλαχού λέγουσι “τσαγγάρης εξυπόλητος ράπτης παραλυμένος. -
Τον τεμιρτσήν με το ξυλομάκελον έθαψαν – άτον
(1939)Τον σιδερά με ξύλινη κουτάλα σκαπάνη τον θάψανε. Ειρωνικά και πειραχτικά σε περιστάσεις όπου ο τσαγκάρης φοράει παλιά παπούτσια, ο ράφτης τριμμένα ρούχα κια γενικά, οταν στερείται κανείς εκείνα που ο ίδιος γκιάνει ή ...