Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "δόντι"
Αποτελέσματα 1-20 από 331
-
Αδόδια ανάρηα, 'λίγα φεγγάρια
(1893) -
Ακόμα έχ' του ζουμί στά δόντια
(1939)Επί αγνωμόνων που λησμονούν γρήγορα την πρός αυτούς ευεργεσίαν -
Ακόμα έχ' του ψουμί στά δόντια
(1910)Επί αγνωμόνων ταχέως λησμονούντων την πρός αυτούς ευεργεσίαν -
Ακόνα τα δόντια σ
(1911) -
Αν δεν περισσέψη απ' τή δουλειά σ' να περισσέψη απ' το δόντι σ'
(1956)Πρέπει να φυλάγης, γιά να έχης σε ώρα ανάγκης -
Απόσει πουζάν ας τήγ κρατή, τζαί δόντιν άς το βκάλλη
(1940)Να απαλλαττόμεθα ούτως ή άλλως από πάσον ενόχλησιν -
Αρηά δόντια, ολιγόχρονος
(1893) -
Ας τροχίση τα δόντια
(1920)Ερμηνεία: Όταν θέλη να κάμη μιάν εργασίαν την οποίαν ο άλλος θεωρεί αδύνατον -
Αυτό 'έν είνιν γιά τα δόντια σου
(1941)Ούτε άξιος είσαι ούτε ισχυρός ικανώς ώστε να ζητής τοιουτόν τι