Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 25-44 από 89
-
Κάθουμαι απάν στα βιλόνια
(1937)Δηλαδή, έχω στεναχώρια και ανυπομονησία μεγάλη και ναμένω απόφαση ή κάποιον άνθρωπο, από τον οποίον εξαρτώνται ζωτικώτατα συμφεροντά μου. Λεγόνταν συνηθέστερα σε τρίτο πρόσωπο: “κάθεται απάν στα βιλόνια” -
Κάλλιο να 'χω 'γώ πατός μου, παρά μάννα κι αδερφός μου
(1937)Η παροιμία αυτή φανερώνει τη σκληρότητα των πλούσιων συγγενών, οι οποίοι δεν αντιλαμβάνονται τη δυστυχία των πλησιέστερων συγγενών των -
Καημένος (ή φτωχός) είναι ή διάβολος
(1937)Ερμηνεία: Ίνα μη κακοτυχίζουν ανθρώπους, χωρίς να υπάρχη λόγος -
Κατά τα εργατά του αλληλούϊα
(1937)Ερμηνεία: Όταν το τέλος κανενός ήταν ανάλογο με τις πράξεις του. Λέγοντας όμως μόνον για τις κακές πράξεις -
Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καραμαντάνα, ψηλός άντρας γενίτσαρος, κοντός πομπή και γάνα
(1937)Συνοδεύεται από κείμενο ... -
Λίγο το πισκέσ' κι πολλή η γι' αγάπ'
(1937)Το έλεγαν φιλότιμοι άνθρωποι που μολονότι ήθελαν να κάμνουν πολύτιμα δώρα στους φίλους των, δεν είχαν τα απαιτουμενα και πρόσφεραν το ταπεινό τους δώρο -
Μεσ' σ' θάλασσα θα τ' νή β'τήξω
(1937)Λεγόταν από τις μάννες που τα παιδιά τους τύχαινανε να ερωτευτούν κορίτσια όχι άμεπτων ηθών -
Μην τα κ'μνες, γαϊδάρα, να μη στα τραγουδώ. Μήτε παπά φοβούμαι, μήτε πνευματικό
(1937)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Μιγάλο το καράβ' μιγάλα τα νερά τ' μ'κρό το καράβ' μικρά τα νερά τ'
(1937)Εννοούσαν ότι οι ευκατάστατοι έχουσι και περισσοτέρους κινδύνους και μεγαλυτέρας φροντίδας -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα
(1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα σ' μ'λαριού μας
(1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Να 'σαι καλά του Άγουστο που 'ναι παχειές οι μύγες
(1937)Κοροϊδία και ένδειξη δυσανασχετήσεως για την παχυδερμία ωρισμένων ανθρώπων που ενόμιζαν ότι εξωπλήρωσαν το καθήκον των προς άλλοις, κάμνοντας κάτι που εύκολο που θα το κάμναν κ χωρίς να έχουν καμία υποχρρέωση -
Να κάμ'ς κόκκιν' σακκούλα
(1937)Ήταν ειρωνεία για εκείνους που εδάνειζαν και δεν επρόκειτο να τα πάρουν. Το κόκκινο ήταν κάτι το πανηγυρικό. Λεγόνταν και για εκείνους που περίμεναν να εισπράξουν αμφίβολα κέρδη -
Να κατεβάζ' η Παρνασσός, κι να κόβ' η Άγιο Τρύφωνας
(1937)Παροιμία παρόμοια με την: “Θέλ' να το χ' η κούτρα να κατεβάζ' ψείρες” η οποία όμως δεν ήταν σε μεγάλη χρήση στο Αυδήμι, όπως η πρώτη -
Ξένος πόνος, ξέν' έννοια
(1937)Στην περίπτωση αυτή, ο ξένος είναι ο φίλος ή ο συγγενής ή ο γείτονας, γιατί αν ήταν ολότελα ξένος, δεν θα γίνονταν καν λόγος -
Ξένος πόνος, ξώδερμα
(1937)Όσο δηλαδή και αν μας επηρεάση ο ξένος πόνος, δεν είναι δυνατόν να μας θίξη καίρια