Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"
-
Ο 'έρος γάτης αγαπά τα τρυφερά ποdίκια
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Γάτης=γάτος, αγαπά=κυνηγά -
Ο 'έρος δε dόχει πως απεθαίνει παρά (ή μόνου) πως ζει και μαθαίνει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή όσο ζει κανείς, διδάσκεται. Το βαρύ δεν είναι ο θάνατος, παρά η διακοπή της γνώσεως -
Ο 'έρος πάει ή από πέσιμο ή από χέσιμο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας εί' bραματευτής και πάει κι' επά και πάει κι' εκεί
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Επά = εδώ -
Ο άdρας εί' bραματευτής κι' όπου βρεθ' αοράζει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας είν' αοραστής
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930)Για τους λεύτερους που παίρνουν δηλαδή όποια θένε. Είναι πιο εύκολο -
Ο άdρας είν' αοραστής
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας είναι bάσταρδος
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας είναι bάσταρδος, σα dο μουλάρι
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας είναι καβαλλάρης
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963) -
Ο άdρας είναι πραματευτής
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή υπερέχει ο άντρας και κυρίως στο ζήτημα της εκλογής συζύζου, έχει δηλ. Ελευθερία. Π.χ. “Η 'υναίκα πρέπει να βαστά τη θέση τζη, μα ο άdρας, σου λένε είν' αοραστής. Όποια θέλη εκείνος πάει και παίρνει” -
Ο άδαρος που μούπεψες, δεν είχεν αφτιά
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Λέγεται όταν θέλωμε να αποφύγωμε απάντηση σε απεσταλμένο, κυρίως σε παιδιά, πειράζοντας και τον αποστείλαντα και τον απεστλμένο. Δηλ. ο απεσταλμένος δεν μετέφερε την παραγγελία, έτσι αποφεύγομε την εκτέλεση, π. χ. Είπε η ... -
Ο άθρωπος, λέει, 'ίνεται δυο βολές μωρό
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)Δηλαδή ο άνθρωπος ξαναμωραίνεται στην γεροντική ηλικία -
Ο Ακριβός για το καρφί χάνει και το πέταλο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)Λυπάται να βάλη το καρφί και φώγει ολόκληρο το πέταλο -
Ο Ακριβός για το χαρτί, χάνει και το πέταλο
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925) -
Ο Ακριβός και το ξένο το λυπάται
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928) -
Ο ακριβός και το ξένο το λυπούται
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928) -
Ο βλάχος, άρχος κι α ενή, πάλι βλαχιά μυρίζει
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1963)