Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "δυό"
Αποτελέσματα 535-554 από 575
-
Τα δύο σαμανικά σ' α μασκάλη τζο χωρούνε
(1951)Τα δυό χειμωνικά( καρπούζια) σε μια μασχάλη δε χωράνε -
Τα δυό ποδαρέα τ 'ς έναν τσαρούσ'
(1881) -
Τα δυό σου ποράδε έμbασαν dα σ' αν bαπούτσι
(1951)Τα δυό σου ποδάρια τάμπασαν σ' ένα παπούτσι. Όταν έναν τον στεναχωρούσαν ή τον ανάγκαζαν να κάμει κάτι που δεν ήθελε -
Τα δυό του πόδια σ' έναν παπούτσι
(1876) -
Τζιείνος που λουτουρκά σε δκιό εκκλησιές της μιάς γελά της
(1954)Κείνος που λειτουργά σε δυό εκκλησιές τη μια την ξεγελάει. Ερμηνία : Επί των περί πολλά ασχολουμένων, οι οποίοι δεν δύναται να φέρουν εις πέρας όλας τας εργασίας που αναλαμβάνουν. Αντιστοιχεί το ρητό :”Ου δύναται τις συσί ... -
Το καλό αρνί βυζαίνει από δυό μαννάδες, το κακό ούτ' από τη μάννα του
(1952)Με τον καλό τρόπο του τ' αρνί αγαπιέται από δυό προβατίνες -
Το φειδί πόχει δυό κεφάλια αποτέλεσμα δεν φέρνει
(1884)Ερμηνεία: Δεν πρέπει να έχη τις δυό γνώμες επί μιας ή της αύτης υποθέσεως, διοτι τότε δεν επιτυγχάνει του επιδιωκομένου -
Το' βαλε τα δυό του σ'ένα παπούτσι
(1924) -
Τόβαλε τα δυό ποδάρια σ' ένα παπούτσ'
(1953)Όταν εφαρμόζωνται εναντίον τινός έκτακτα αναγκαστικά μέσα, λέγομεν την παροιμία ταύτην -
Τόβαλε τα δυό ποδάρια σ' ένα παπούτσι
(1929)Όταν εφαρμόζωνται εναντίον τινός έκτακτα αναγκαστικά μέσα λέγομεν την παροιμία ταύτην