Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 6-25 από 66
-
Αράπν τσαλστίζεις ν' ασπρίσης, κρύο σίδηρο δουλεύεις
Παρά ποφίτη άλλας, αλλ΄ η λέξη είναι τούρκικη, τσαλιστίζω = προσπαθώ, αγκίζομαι -
Δεν φτάν' καένας που σκοντάφτ', μον' του λεν κι τύφλα
(1916)Δεν αρκεί ότι έπαθε τις δυστύχημα αλλά και εμπαίζεται