Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Ταρσούλη, Γεωργία"
-
Γάτ' Άγι' Αντρηός λέμε: Αντρέας αντριεύεται κι' η μέρα μεγαλώνει, τα κουμούτσα σώνονται κι' η κοιλιά φουσκώνει
Ταρσούλη, Γεωργία (1939)Γιατί αρχίζει να σώνεται το ψωμί -
Γαιδουρινά μούτρα, αρχοντική ζωή
Ταρσούλη, Γεωργία (1938)Όποιος δεν έχει φιλότιμο και έχη απαιτήσεις περνάη καλά -
Γαμπρός υγιός δε γένεται και η νύφη δυχατέρα
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Γέρικος γάϊδαρος, καινούργια περπατησιά, δε γίνεται
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Γι' αυτό του λύκου ο σβέρκος είναι χοντρός, γιατί κάνει τις δουλειές του μοναχός
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Γιάννης πήγε Γιαννάκης ήρθε
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Γουρούνι στο σακκί (θα πάρης;)
Ταρσούλη, Γεωργία (1938)Ερμηνεία: Επί των σκοπουντων να αποφασίσουν δια κάτι χωρίς να εξετάσουν προηγουμένως αν είναι καλό -
Δεν βλέπεις πως κατήντησαν του βασιλιά τ' ασκέρια!
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Δεν έχη μήτε παιδιά, μήτε σκυλλιά
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Δεν μ' αρέσει ν' ακούω τσι πεθαμμένοι να κλάνουν
Ταρσούλη, Γεωργία (1938)Ερμηνεία: Επί των λεγόντων ανοησίας -
δεν τόχω που πνίγουμαι, μόνε που μπονατσάρει
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Δυο γαϊδάροι μαλλώναν σε ξένον αχυριώνα
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Δώδεκα μαντήλια έρριξε!
Ταρσούλη, Γεωργία (1939)Για όσους τους παίρνει ο ύπνος εκεί που κάθονται και κουτουλάνε, όπως προσκυνάει η νύφη, όταν της ρίχνουν τις χάρες, τα μαντήλια, απάνω στις πλάτες -
Δωδέκα Απόστολοι, καθένας με τον πόνο του
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Έβαλε και την πορδή του δύναμι
Ταρσούλη, Γεωργία (1938)Επί των συγκεντρούντωνπάσας τας δυνάμεις των -
Έκαμε κι η κότα κώλο κι' έχεσε τον κόσμον όλο
Ταρσούλη, Γεωργία (1938) -
Έκλασε η νύφη, σκόρπισε ο γάμος
Ταρσούλη, Γεωργία (1939) -
Έμαθ' ο μούργος μας γδυμνός και ντρέπεται ντυμένος
Ταρσούλη, Γεωργία (1938)