Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 285-304 από 404
-
Πε το σιγανό το ποτάμ' να φοβάσαι
Για τους ανθρώπους που υποκρίνονται τον φιλήσυχο και τον ταπεινό, και σε απατουν στην κρίση σου. Χωρίς να σε βάζουν την ανησυχία και την υποψία, σε κάνουν αθόρυβα το κακό -
Πέ μιά πέτρα ντουβάρ' δέ γίνται
Μέ τιποτένια πράματα δέ γίνεται δουλειά, ούτε μέ μικρούς κόπους πετυχαίνεις τά μεγάλα -
Πέ τον Οβριγιό φάγε πιέ, μα μην κοιμάσαι
Όμοια και με τον Τούρκο. Στις σχέσεις σου να είσαι προφυλακτικός -
Πέλ'κε το ζουνάρ' ντου για καυγά
Για τον άνθρωπο που αγαπά να μαλώνει και δίνει επίτηδες αφορμή. Κάποιος που δεν εύρισκε αφορμή, άφηνε το ζουνάρι του να πατούν, για να μαλώνει -
Πέρα βρέχ'
Δεν καταλαβαίνει. Για τους απρόσεχτους και τους αδιάφορους και γι' αυτούς που προσποιούνται άγνοια, ωσάν να πρόκειται για πράματα ασήμαντα λ.χ. Για βροχή σε κάπιο τόπο μακρυνό -
Πέταξ' τον μια μύγα, να σε πετάξ' χίλιες
Για κείνους που σένα δικό σου λόγο ή υπαινιγμό, από αυθάδεια σε πετούν χίλιου -
Πήρε η κάτα τον ποτκό να τον μάθει γράμματα, τον έμαθε τον ξέμαθε, στόχ'σε και τον έφαγε
Για κείνους που με την πολλή τους φροντίδα πλιότερο βλάφτουν παρά ωφελούν τον άλλον -
Πήρε πρόσωπο γύρευ' και αστάρ
Για τους αυθάδεις και αδιακρίτους, που τη φιλία και την ευγένεια ζητουν να την εκμεταλλευτουν λογιώ – λογιώ//Λέγεται και : τον δώκαν πρόσωπο -
Πήρε τα βρεμένα τ'
Έφυγε ντροπιασμένος, υβρισμένος, εξευτελισμένος και φοβισμένος. Λέγεται “Πήρε τα κατουρμένα τ'” -
Πήρε τον κατήφορο
Πάει αυτός. Άρχισε να καταστρέφεται ακράτητα, όπως κανείς δεν κρατιέται στον κατήφορο