Πλοήγηση Παροιμίες ανά Συλλογέα "Ζάρακας, Νικόλαος Α."
-
Του Μελέτη τη γεναίκα ο Γρηγόρης τηνε πήρε
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ως το: το γοργόν και χάριν έχει -
Του Μελέτη τη γεναίκα ο Γρηγόρης τηνε πήρε
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ως το: το γοργόν και χάριν έχει -
Του παιδιού μου το παιδί δυο φορές παιδί μου
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Δια να καταδειχθή πόσον ο παππους αγαπά τα εγγόνια -
Του παιδιού μου το παιδί δυο φορές παιδί μου
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Δια να καταδειχθή πόσον ο παππους αγαπά τα εγγόνια -
Τους καλούς τους καλογέρους ο Θεός τους εγνωρίζει
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ήτοι δεν μπορείς να κρίνης κατά βάθος τον άνθρωπον -
Τους καλούς τους καλογέρους ο Θεός τους εγνωρίζει
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ήτοι δεν μπορείς να κρίνης κατά βάθος τον άνθρωπον -
Τράβα με κι ας κλαίω
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν, ενώ θέλωμεν κάτι προσποιούμεθα το αντίθετον -
Τράβα με κι ας κλαίω
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν, ενώ θέλωμεν κάτι προσποιούμεθα το αντίθετον -
Τώρα που γίνει νη θάλασσα γιαούρτη σπάσαν τα κουτάλια
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ήτοι τώρα που είναι όλα άφθονα δεν υπάρχουν τα μέσα -
Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινασου μαερεύγκου(ν)
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Ήτοι πρέπει να προβλέπη τις πριν φθάση εις την αναγκην -
Φασούλι – φασούλι γιμώνει (γεμίζει) το σακκούλι
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν με το λίγο σταθερό κέρδος αποταμιεύονται οικονομίες -
Ψωμιά στο Μοναστήρι, ει δε καλογέρους όσους θέλεις
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν ευρίσκωνται πολλοί υποψήφιοι δια την εύκολον ζωήν -
Ψωμιά στο Μοναστήρι, ει δε καλογέρους όσους θέλεις
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν ευρίσκωνται πολλοί υποψήφιοι δια την εύκολον ζωήν -
Ώρα καλή σου γέρο, κουτσιά σπέρνω
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958) -
Ώρα καλή σου γέρο, κουτσιά σπέρνω
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Όταν αποφεύγομεν ννα δώσωμεν διέξοδον εις ζήτημα τι -
Ως του χρόνου για ο γάδαρος ψωφά για το σουμάρι σπά
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Σπά = σπάζει. Δια να καταδειχθή οτι το μέλλον είναι άγνωστο -
Ως του χρόνου για ο γάδαρος ψωφά για το σουμάρι σπά
Ζάρακας, Νικόλαος Α. (1958)Σπά = σπάζει. Δια να καταδειχθή οτι το μέλλον είναι άγνωστο