Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 194-213 από 842
-
Εγλυκίστεν άτο
(1881)Ερμηνεία: Επί των αισθανομένων ηδονήν εκ τίνος πράγματος και πάντοτε τοιούτον ζητούντων -
Εγώ απιτάζω το σκύλο και ο σκύλον τ' ουρά δεν άτ'
(1881)Ερμηνεία: Επί των άλλαις επιταυττόντων όσα αυτοί διατάττονται να πράξωσιν υβριστικές -
Εγώ απιτάζω τον σκύλλον κι ο σκύλλον τ΄ουράδ' ν ατ
(1931)Εγώ στέλνω σε δουλεία το σκύλλο κι ο σκύλλος την ουρά του -
Εγώ κ' είμαι 'ς σο Γιαννίτσ' άμε
(1881)Ερμηνεία: Επί προσποιημένης αγάπης (ιδίως μητ΄ρτων προς τέκνα). Η παροιμία αυτή προέκυψεν εκ του γεγονότος: Γράία μήτηρ έλεγε συνεχώς προς τον ασθενούντα υιόν της Ιωάννην, Γιάννε μ, ρίζα μ 'ς σα δρομέα σ' να πάγω, και ... -
Εγώ λέγ' άτον 'καλόερος είμαι 'κι ατός λέει με 'πόσα παιδία έεις;!
(1929)Εγώ του λέγω “καλόγηρος είμαι” κι αυτός με ρωά “πόσα παιδιά έχεις;” -
Εγώ πίνω τσ' εσύ μεθύζεις
(1881)Ερμηνεία: Προς τον δεικνύοντα ευχαριστήσον δι' επιτευχθείσαν ξένην υπόθεσιν -
Εγώ το γομάρι μ δαδία έν
(1881)Ερμηνεία: Προς τους ζητούντας να αναμίξωσι τινά εις δύσκολον υπόθεσιν. -
Εδώκαν άτον πρόσωπον και θέλει και τ' αστάριν
(1881)Το επιραπτόμενον ύφασμα δόντος μου αιτεί και το υποραπτόμενον. Ερμηνεία: Επί των δι' επιδειχθείσαν αυτοίς συγκατάβασιν και ευμένειςν θρασέων και απαιτητικών αποβάντων. Εδώκανε σε πρόσωπον θέτσς και αστάρ. Ερμηνεία: Πρός ... -
Εδώκανε σε πρόσωπον, θελτς κι' αστάρ
(1886)Προς τον καταχρώμενον τη υπομονή άλλου και λαμβάνοντα θάρρος εις μεγαλυτέρα απειθεία. Πρόσωπον = το επάνω μέρος του φορέματος, αστάρ = η φόδρα, δίγω πρόσωπον = δίδω θάρρος, η φράση εσχηματίσθη εν είδει λογοπαιγνίου -
Εδώκεν το ίτενον ατς 'ς σήν κιράν κ' έθηκεν το σέριν άτς απάν
(1881)Ερμηνεία: Πρός τους ζητούντας να εξασκώσι δικαιώματα επί πραγμάτων τα οποία παρεχώρησαν άλλοις. Σημ. Ίτενον = τέτοιο της, κιρά = λ.τ. Ενοίκιον -
Είδα κι' έπαθα
(1881)Ερμηνεία: Επί μεγίστων προσκομμάτων, άπερ απήντησε τις κατά την διεξαγωγήν υποθέσεως τινος -
Είναν 'κ' εκοντούρευαν κ' εκείνος έλεεν 'τ' άρματαμ' που να κρεμάνω;
(1929)Κάποιον δεν υποδέχοντο για φιλοξενιά κ' εκείνος έλεγε: Που να κρεμάσω τ' άρματά μου; -
Είναν κ' εκουντούρευαν κ' εκείνος έλεεν τ' άρματα μ' που να κρεμάνω;
(1881)Συνοδεύεται από κείμενο ...