Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 110-129 από 256
-
Μα τη θειά μου Καρονίνα που πηγαίνει στην Αθήνα και ψοφάει από τημ πείνα
(1919)Λέγεται περιγελαστικώς όταν τις διηγήται ψευδός τι και προσκαλείται υπό των ακροατών του να ορκισθή, εαν τα λεγόμενά του είνε αληθή -
Μάϊς άβρεχος, μούστος άμετρος
(1919)Ως γνωστον, όταν βρέχη του Μάϊου καταστρέφονται οι άμπελοι. Όθεν η ανοβρία κατά του μήνα τουτου, επιφέρει κατά του τρηγητου πληθώραν γλυκοίς -
Μακρειά κλωστ΄γ, ζουρλός ο ράφτης
(1919)Η παροιμία σημαίνει ότι εξ' ορισμένων πράξεων ενός εκάστου, δυνάμεθα να κρίνωμεν περί της διανοητικής καταστάσεως εαυτού -
Με ηύρες, πάριμι να μι' χρειαστής, να μ' έχης
(1919)Η παροιμία σημαίνει ότι ο,τιδήποτε και αίμασ τύχη, το οποίον υπάρχει πιθανότης να μασ φανή, μίαν ημέραν χρήσιμο δεν πρέπει να' αφήνωμεν τούτο -
Μη με λες παππασπασμένο, μη σε 'πω παπαχεσμένο
(1919)Λέγεται προς παραπονούμενον ότι υβρίζεται ή εμπαίζεται, ενώ αυτός ο ίδιος έκαμε την αρχήν -
Μη μου το κάνεις σήμερα γιατί 'μαι γκαστρωμένη, μην αποβάλω το παιδί, και πάω κολασμένη
(1919)Πιθανώς ενταύθα εγένετο μετάστασις εκ δημοτικού άσμαντος -
Μια γρηά κουριψομούνα πούτσο γυρευε η κουρούνα
(1919)Επί των πραττόντων όλως αντίθετα έκανε αίτινα αρμόγουσιν εις ηλικίαν των και εις την καταστασιν των -
Μια σπίθα καίει τογ κόσμον ούλο
(1925)Μια μικρά αφορμή, δευτέρης ουσίας δει δίδα κανείς ουδεμίαν σημασίαν, δύναται να έχει μεγάλα και καταστρεπτικά αποτελέσματα. -
Μικρό γουρούνι γρόσι, τρανό γουρούνι γρόσι
(1919)Η παροιμία λέγεται επί των εκλειβανώντων ως τα αυτά δυο πράγματον διαφόρου αξίας μεγέθους -
Μπαμπακοσφάχτης, ο
(1919)Υπούλου χαρακτήρος, υποκριτής, ο μη λέγων τι το προσβλητικόν και μη αδικών φανερά ουδένα, πλην κρυφίως όταν δοθή περίστασις δυνάμενος να επιφέρη πλείστα κακά -
Μπεκιαρλίκι, μασκαραλίκι
(1919)Μπεκιαρλίκι = Το να μένη τις μπεκιάρης θεωρείται ατύχημα, όπερ μετέχει κατά τι και του κωμικού, διότι ο μπεκιάρης μη δυνάμενος μόνος εξ αγνοίς να οικονομή τα καθ' εαυτού, ου μόνον ο ίδιος υποφέρει, αλλά πολλάκις γίνεται ... -
Μώρή τσούπα, μωρή τσούπα έχει ο μούνος σου τουλουπα;
(1919)Λέγεται περιγελαστικώς επί των προσκυιουμένων οτι είγνουσι τις, όπερ όμως είνε πασίγνωστον αι ως αυτούς τους προσποιουμένους αγίοσιν -
Μωρέ τσούπες, μωρέ τσούπες έχει ο μούνος σας τουλούπες;
(1919)Λέγεται περιγελαστικώς επί των προσκυιουμένων οτι είγνουσι τις, όπερ όμως είνε πασίγνωστον αι ως αυτούς τους προσποιουμένους αγίοσιν