Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 102-121 από 132
-
Σαν είν' από γένει' άνθρωπος κι' από μεγάλη σκλέτη, ούλο το βιό σου 'ξόδιαζε και κάνε του ραέτι
(1893)Εν λεξιολ. Σελ. 176, Σκλέτη (η) και σκλετάδα=γένος, γενεά -
Σαν είν' λακκουδοπήγουνη [η γυναίκα] μη την ρωτάς για κάλλη, μα 'κείνη εδιαπέρασεν από τον Ιορδάνη
(1893)Εν λεξικ. σελ. 152 -
Σαν θέλ' η νύφη κι ο γαμπρός, τύφλαις να 'χει ο πεθερός
(1893)Παροιμία αναφερομένη εις τον δι' αρπαγής γάμον -
Σαν θέλ' η νύφη κι ο γαμπρός, χαίρουντ' οι συμπεθέροι
(1893)Παροιμία αναφερομένη εις τον δι' αρπαγής γάμον -
Σέρνε με κι ας κλαίω κι όλας!
(1893) -
Σελλάτο βούϊ αγόραζε και γάϊδαρο καμπούρη, γυναίκα λιανοκάμωτη και χοίρο μακρομούρη
(1893)Εν. λεξιολ. Σελ. 176 . Σελλάτο = καμπυλόν -
Το Μάη βούϊ μη ρεχτής, και τη λαμπρή γυναίκα, κι αν είνε κ΄ εκατό χρονώ δείχνει πως είνε δέκα
(1893)Εν. λεξιολ. Σελ. 174. ρέγομαι= ορέγομαι = ευχαριστούμαι -
Το Σκουντί από μητάτο, κι' άνθρωπος από γενειά
(1893)Εν λεξιολ. Σελ. 176, Σκουντί και σκουδί=κύων