Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 1-20 από 105
-
Άβρειος κι αγέννητος
(1891)Ο καλύτερος απ' όλους. π.χ. Ο τάδε γιατρός είναι άβρειος κι αγέννητος = είναι ο καλύτερος απ' όλους τους γιατρούς του κόσμου -
Άλλος αγαπά τον γείτονα κι' άλλος τη γειτόνισσα
(1910)Κάθε άνθρωπος έχει τους φίλους του ή κάθε τεχνίτης τους μουστερήδες του -
Άναψε κερί και βρες με
(1891)Ερμηνεία: Θα φύγω, θα φύγω κρυφά. Π.χ. Αν βαστάξη καμούσον καιρό αυτό το κεσάτι, άναψέ κερί και βρες με -
Ακροκράτει τη ακριαμπόλα κι ακροσφύριζε του κι'όλα
(1891)Το νόημα φαίνεται κάνουν λίγο αισχρόν. Ίσως θέλει να πή πως της αρέσει να είναι κανείς μέτριος εκ τας σαρκικάς επιθυμίας. Ακρομπολώ = αφήνω λίγο – Ακροσφυρίζω = σφυρίζω λίγο -
Αλαγάριαγος πραματευτής, καθάριος γαϊδοράρις
(1910)Αλαγάριαγος = μη λογαριάχων καλά τις δουλειές του κ' μη κρατών λογαριασμό -
Αλεστικά, φουρνιάτικα κι ο νοικοκύρης άδειος
(1891)Λέγεται για κείνους που έχουν εισοδήματα πολλά, αλλά εξοδεύουνπολύ και δεν μένει τίποτε -
Αλλού ο σκύλος κι' αλλού η γενιά του
(1891)Λέγεται για ανθρώπους μιας φαμίλλιας μοιρασμένους εις δύο ή περισσότερες χώρες -
Αν δεν πέση ο Μαύρος, δε σηκώνετ' ο Κοκκίνης
(1910)Αν δεν φύγη από θέσιν εις, δεν ευρίσκει ο άλλος -
Βγάνω το διάλαλο
(1891)Λέγω πολλά λόγια ενός για να τον πείσω και δεν τον πείθω, φωνάζω ενός δυνατά και δεν ακούει