Αναζήτηση
Αποτελέσματα 841-850 από 872
Αναμεσα δυο Παναγιές μικρό καλοκαιράκι
(1929)
Εις τα ορεινα μέρη ο καύσων είναι ενίοτε υπερβολικός και από 15 Αυγούστου μέχρι 8ης Σεπτεμβρίου...
Πάει ο Μπέης να πνιγή γι' ένα κούτσουρο δαδί
(1929)
Όταν έχη κανείς τά μέσα τής ευζωΐας δεν πρέπει να εκτίθεται εις κινδύνους δι' ευτελές και ασήμαντον κέρδος...
Από πορδή σ' αγγόνι, γεια σου ξάδερφε
(1929)
Μερικοί θεωρούνται και λέγονται συγγενείς, ενώ η συγγενική των σχέσις είναι πολύ απομεμακρυσμένη. Επ' αυτών λέγεται...
Ο Θεός άλλους πλάνει κι άλλους κλάνει κι άλλους πορδοπετεινιάζει
(1929)
Λέγεται προς απόδειξιν της διαφοράς πλουσίου και πτωχού...
Τίναξε τα πέταλα
(1929)
Απέθανε (επί ανθρώπων και ιδίως επί ζώων)...
Στάρωνε κι αρμένιζε
(1929)
Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλη κατό δέκα
(1929)
Ερμηνεία: Η παροιμία είναι πολύ γνωστή καθώς και οι περιστάσεις που τη μεταχειριζόμαστε. Θα αναφέρουμε μονάχα τι λέει γι αυτήν και πως την επεξηγεί ο λαός....
Μια νύχτα χιμουνάτσα έτυχε να βριθή γιαλιπού με του αλιπέλι μαζί πα στ΄ς Αγιάσσουςτου β'νό. Του κρυγιώμα ήνταν μιγάλου. Μέρους να μπαραντίσιν δεν είχαν, μόνον καθόυνταν κάτου απ' ένα δέντρου τσί τρέμαν. Άξαφνα φανήτσι μια φουτιά καρσ'ί στ'ν Ανατολή. -Ά, είπε γιαλιπού, τα καταφέραμι, σουθήκαμι, τώρα θα ζισταθούμι! - Τόσον μακρυγιά, τόσον αλάργα, λέγι τ' αλιπέλι, πούνι γ-η φουτιά το 'λεγια θα ζεσταθούμι; - Μ μ μ μ, λέγη γιαλιπού, δε ΄ξαίρς σύ. Πέσι να δής τι όμορφα που είνι! Για δε γώ, ζεστάθηκααπ' τόνα του πλιβρό, τσί γύρ'σα τσί τ' άλλου. Τσι πέσαν κουντά – κουντά. Ωχχχ λέγη άξαφνα τ' αλιπέλη , τσι πιτιότι πέντι μέτρα μακρυγιά. - Τ' είνι λέγη γιαλιπού, τί έπαθις; - Να, απ' τ' φουτιά πούνι στ'ν Ανατολήτσι πυρουνόμαστι, πετάξι μίαν ασπέθα τσ' έκαψι του πουδάρι μ... 'Ωχ σα μπουνώ! ... Ώχ σα μπουνώ!... Χαμουγιλώντας τότι γιαλιπού τσι καμαρώνουντας για τ΄ξυπνάδα τ΄μωρού τς, λέγιν πούς είπι τ' μπαροιμία: Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλι κατό δέκα. Μπαράντισιν : να προφυλακτούν, να περάσουν ασφαλισμένοι , να καταφύγουν...
Μια νύχτα χιμουνάτσα έτυχε να βριθή γιαλιπού με του αλιπέλι μαζί πα στ΄ς Αγιάσσουςτου β'νό. Του κρυγιώμα ήνταν μιγάλου. Μέρους να μπαραντίσιν δεν είχαν, μόνον καθόυνταν κάτου απ' ένα δέντρου τσί τρέμαν. Άξαφνα φανήτσι μια φουτιά καρσ'ί στ'ν Ανατολή. -Ά, είπε γιαλιπού, τα καταφέραμι, σουθήκαμι, τώρα θα ζισταθούμι! - Τόσον μακρυγιά, τόσον αλάργα, λέγι τ' αλιπέλι, πούνι γ-η φουτιά το 'λεγια θα ζεσταθούμι; - Μ μ μ μ, λέγη γιαλιπού, δε ΄ξαίρς σύ. Πέσι να δής τι όμορφα που είνι! Για δε γώ, ζεστάθηκααπ' τόνα του πλιβρό, τσί γύρ'σα τσί τ' άλλου. Τσι πέσαν κουντά – κουντά. Ωχχχ λέγη άξαφνα τ' αλιπέλη , τσι πιτιότι πέντι μέτρα μακρυγιά. - Τ' είνι λέγη γιαλιπού, τί έπαθις; - Να, απ' τ' φουτιά πούνι στ'ν Ανατολήτσι πυρουνόμαστι, πετάξι μίαν ασπέθα τσ' έκαψι του πουδάρι μ... 'Ωχ σα μπουνώ! ... Ώχ σα μπουνώ!... Χαμουγιλώντας τότι γιαλιπού τσι καμαρώνουντας για τ΄ξυπνάδα τ΄μωρού τς, λέγιν πούς είπι τ' μπαροιμία: Γι αλιπού κατό χρονού, τ' αλιπέλι κατό δέκα. Μπαράντισιν : να προφυλακτούν, να περάσουν ασφαλισμένοι , να καταφύγουν...
Επήγα ΄ς σο σύντεκνο μ΄ να μη παίρ με καπίτζ κ' επήρε με διπλόν καπίτζ
(1929)
Πήγα ΄ς τον κουμπάρο μου για να μη μου πάρη αλεστικά και μου πήρε διπλά αλεστικά. Κρωμ. Τραπ. Ιδε 209....