Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 69
Άρκα βουνά και μαύρα όρη
(1920)
Άργκος = άγριος
Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
(1920)
Ερμηνεία : επί των εχόντων θεωρίαν, καλών δείξιν όχι όμως και αξιών...
Τσαγκάρης ανυπόλυτος, ράφτης ακατάραφτος
(1930)
Λέγεται επί εκείνων, οι οποίοι δεν ευκαιρούν να κάμουν χρήσιν εκείνων, τα οποία διανέμουν εις τους άλλους ̇ ο υποδηματοποιός και ο ράπτης, βιαζόμενοι υπό των πελατών των, δεν προφθάνουν να ράψουν τα φορέματά των και τα υποδήματά των...
Σημείωση: ακατάραφτος (ο) = ο φορών ενδύματα ξεσκισμένα και έχοντα αναγκην επιδιορθώσεως και ραφής...
Σημείωση: ακατάραφτος (ο) = ο φορών ενδύματα ξεσκισμένα και έχοντα αναγκην επιδιορθώσεως και ραφής...
Γεναίκα πολλαπάκτη τον άθρωπο ξιβκάλλει σαδ δεν εξέρει γράμματα, μαθθαίνει τότ αι ψάλλει
(1930)
Σημ. Πολλαπάκτος (ο) = κυριολεκτ. Ο συχνάκης πηγαίνων εις ξένους τόπους, ο περιηγηθείς πολλά μέρη, κοσμογύριστος και επειδή ο περιηγηθείς πολλά μέρη, ο κοσμογύριστος γνωρίζη πολλά, διότι είδε και έμαθε πολλά, η λέξις κατήντησε τα σημαίντι μεταφ...
Αντάν ψωρηάση ο γείτος σου και σου βοτάνιν γύρευκε
(1920)
Σημαίνει: Ψωρκάζω = ψωριώ
Τον αγαπάς ξετίμαζε και τον μισάς σ αιρέτα
(1930)
Ξετίμαζε= ύβριζε