Αναζήτηση
Αποτελέσματα 931-940 από 956
Όχι εδά ψόματα 'ν' εκείνος, πούσφαζε dη νύχτα τσι εροdόβουδοι κι εδούλια dην ημέρα, τα δαμάλια
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος προσποιείται τον άπραγο, τον αγνό, το φοβιτσιάρη, ενώ είναι το αντίθετον...
1)= γέρικα βόδια, μεγάλα επομένως, 2)=φοβότανε...
νύχτα ραίνεται και δουλιά μες στα σούρουπα να πα' από 'πα (4) ως εκεί!” 3)=την πολύ τίμια, 4)=επά=εδώ...
1)= γέρικα βόδια, μεγάλα επομένως, 2)=φοβότανε...
νύχτα ραίνεται και δουλιά μες στα σούρουπα να πα' από 'πα (4) ως εκεί!” 3)=την πολύ τίμια, 4)=επά=εδώ...
Η καμήλα δε θωρεί τη δικιά τζη καbούρα, μόνου θωρεί του παιδιού τζη
(1963)
Λέγεται , όταν βλέπης το ελάττωμα του άλλου και δεν βλέπης το δικό σου...
Να 'δα η γρϊά, πού δεν είχε δόδια 'ιά το μέλι
(1963)
. 113 και 193. Συλλ. Διαλεχτ. Ζευγώλη...
Ό,τι θές παπά μου, κι απέκειο τρώμε
(1963)
Λέγεται σαν αστείοι, αντί του απλού: “Ό,τι θές”, αλλά που δείχνει συγχρόνως και τη δική μας προτίμηση...
Εδιάηκς λέει, κανένας στο σπίτι dου κι είπε τζη 'υναίκας του: “Είdα θές, γυναίκα; να φάμε bρώτα ή να κάμωμε dη δουλειά; Λέει, Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε”...
Εδιάηκς λέει, κανένας στο σπίτι dου κι είπε τζη 'υναίκας του: “Είdα θές, γυναίκα; να φάμε bρώτα ή να κάμωμε dη δουλειά; Λέει, Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε”...
Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε
(1963)
Λέγεται σαν αστείοι, αντί του απλού: “Ό,τι θές”, αλλά που δείχνει συγχρόνως και τη δική μας προτίμηση...
Εδιάηκς λέει, κανένας στο σπίτι dου κι είπε τζη 'υναίκας του: “Είdα θές, γυναίκα; να φάμε bρώτα ή να κάμωμε dη δουλειά; Λέει, Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε”...
Εδιάηκς λέει, κανένας στο σπίτι dου κι είπε τζη 'υναίκας του: “Είdα θές, γυναίκα; να φάμε bρώτα ή να κάμωμε dη δουλειά; Λέει, Ό,τι θές άdρα μου, κι απέκειο τρώμε”...
Όποιος έχει τα δυύ dου μάθια, αοράζει 'έννημα, κι' όποιος έχει τόνα, αοράζ' αλεύρι, κι' όποιος είναι στραβός, αοράζει ψωμί
(1963)
Δηλαδή, το οικονομικώτερο είναι ν' αγοράζη κανείς σμιγό, λιγώτερο οικονομικό ν' αγοράζη αλεύρι και ακόμη λιγώτερο ν' αγοράζη ψωμί...
Τσή καλομοίρας το παιδί το πρώτο νάναι θηλυκό
(1963)
Λέγεται σαν παρηγοριά, όταν το πρώτο παιδί γεννηθή κορίτσι, ενώ οι γονείς το ήθελαν αγόρι. Δηλ., είναι τυχερή η μητέρα, γιατί θα μεγαλώση να τη βοηθά στις δουλειές του σπιτιού. Επίσης λέγεται και όταν θέλουν να είναι κορίτσι το πρώτο παιδί...
Να 'δα 'κείνος, πο' 'θώριε dου κρϊού τα νιτερέσα κι' εκρέμουdανε κι' ενέμενέ dα να πέσουνε να τα φάη
(1963)
Λέγεται για τους τεμπέληδες και τους αμέριμνους, που περιμένουν απ' την τύχη...
Νιτερέσα=αμελέτητα, Να τα φάη=βλ. Ιστ. Λεξ. Χειρ. Αρ. 561, σελ. 305, Συλλογή Διαλεχτής Ζευγώλη...
Νιτερέσα=αμελέτητα, Να τα φάη=βλ. Ιστ. Λεξ. Χειρ. Αρ. 561, σελ. 305, Συλλογή Διαλεχτής Ζευγώλη...
Εξέχασα πώς είχ' άdρα κι' ήπαιζα με τα κοπέλια
(1963)
Λέγεται κυριολεκτικώς και μεταφορικώς. Π.χ. “Ω δουλειές που τσ' έχω! Ήπιασα τη gουβέdα κι' εξέχασά τσι. Εσ' εδά την ήμοιασες, εκεινής bου λέει, πως εξέχασα πως είχ' άdρα....”...
Α δε βρέξη, είdα θα 'ενουμε, gι' α βρέκη, που θα πάμε
(1963)
Λέγεται, όταν βρίσκεται κανείς ανάμεσα σε δυό κακά. Αν δεν έβρεχεμ δεν θα έκαναν εισοδήματα από τα κτηματά τους, αν πάλι έβρεχε, θα έσταζε το σπίτι τους και δεν θα είχαν, που να στεγαστούν...