Αναζήτηση
Αποτελέσματα 181-190 από 210
Όπου ιδής κακή γυναίκα δύο φοραίς τήνε χαιρέτα, μη σιώση τη ποδιά τζη και σου πη τα γιβεντάν τζη
(1920)
Γιβέντα = ατιμίαι (λ.τούρη)
Έχει κι' αγάπη 'νιούς ριαλιού (νόμισμασ) κι έχει και δυό 'ς τό 'ριάλι
(1920)
Ριάλι= νόμισμα τουρκικόν. Άλλως γρόσι
Εγόγιαν του π' ανημένει σκουτελικό από τη γειτονιά και δείπν' από τη ρούγα. Ούλοι δειπνούν κι αποδειπνούν κ' εκείνος ανημένει
(1920)
Σκουτελικό = πιάτο (τρυβλίον), φαγητόν, (λέξ. ιταλ. εκ του σκουτέλι)
Όποιος θέλει ν' αγαπήση, πρέπει να κακοπαθήση, και τ' άσπρα του να μην τα άσπρα του να μην τα ντουσουντίση
(1920)
Ντουσουντίζω= σκέφτομαι, διανοούμαι (λέξ. ιταλ. sic)
Μη μας πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου 'ναι κοντά, κατέμε σε ποιός είσαι
(1920)
Πολυψηλώνεσαι = επαίρομαι, το παίρνω επάνω μου πολύ ψηλά