Search
Now showing items 901-910 of 952
Του κακομοίρη το κερί κι αν άψη κιόλα σβήνει, 'ιατί του καλορίζικου η τύχη δεν αφίνει (ή δε d' αφίνει)
(1963)
Λέγεται και μόνο ο πρώτος στίχος...
Δηλαδή η εύνοια της τύχης για το άτυχο, το φτωχό, είναι πρόσκαιρη/...
Άψη = ανάψη...
Δηλαδή η εύνοια της τύχης για το άτυχο, το φτωχό, είναι πρόσκαιρη/...
Άψη = ανάψη...
τση μαdουλίδας το πουλί πεέdηση δεν έχει, τώρα τσι θεν από ενιά, το έχει είdα το θέσι;
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή ευκολώτερα σποκαθίστανται οι όμορφες και οι από οικογένεια παρά οι εύπορες...
Ενιά = γενιά, καλή οικογένεια...
Θέσι = τι το θέλουν;...
Ενιά = γενιά, καλή οικογένεια...
Θέσι = τι το θέλουν;...
Οι dεbέλες κι οι λωλές τσ' έχου τζι μοίρες τσι καλές
(1963)
Λωλέσ ή ζαβές. Λέγεται όταν κάποια ταμπέλα η ανόητη η ερωτόληπτη αποκατασταθή, επίσης και όταν κάποια καλή κοπέλα μένη ανύπαντρη η κακοπαντρεύεται...
Ο κουφός, σα bου θέλει, το σάζει
(1963)
Το σάζει = το διορθώνει, το φτιάχνει...
Λέγεται για τον κουφό ή γιά κείνον, που προσποιείται οτι δεν άκουσε, όταν κάμουν εκείνο που τους συμφέρει ή που θέλουν. Επίσης Λέγεται για τον κουφό, που, επειδή δεν ακούει, συμπληρώνει με τη φαντασία. Τέλος λέγεται και γιά όποιον, επειδή δεν...
Λέγεται για τον κουφό ή γιά κείνον, που προσποιείται οτι δεν άκουσε, όταν κάμουν εκείνο που τους συμφέρει ή που θέλουν. Επίσης Λέγεται για τον κουφό, που, επειδή δεν ακούει, συμπληρώνει με τη φαντασία. Τέλος λέγεται και γιά όποιον, επειδή δεν...
Όποιος εμίλησεν, εμετάνοιωσε, gι΄ όποιος δεν εμίλησε, δεν εμετάνοιωσε
(1963)
Δηλαδή όταν μιλή κανείς, μπορεί να πη και κάτι παραπάνω, κάτι που δεν πρέπει, κι' ύστερα μετανοεί, επίσης Λέγεται όταν μαλώσουν δυο άνθρωποι κι΄ ο ένας βρίζει, ενώ ο άλλος σιωπά...
Που νου έχει κι' ανενού δεν έχει κακιώρα στο νου πόχει
(1963)
Λέγεται όταν κάποιος, ενώ είναι έξυπνος, δεν συλλογίζεται πλήρως κάτι και πάει χαμένη η εξυπνάδα του...
Ανενού = άνω νου, εν νω, κακιώρα = κακή ώρα, δηλ. Δεν αξίζει ο νους, που έχει...
Ανενού = άνω νου, εν νω, κακιώρα = κακή ώρα, δηλ. Δεν αξίζει ο νους, που έχει...
Η νύφ' απόdις γεννηθή (ή αποdε έννηθή) τση πεθεράς τση μοιάζει
(1963)
Λέγεται για την ομοιότητα νύφης ή γαμπρού με τα πεθερικά τους, αλλά και γενικώς για την ομοιότητα των συγγενών...
Ο φρόνιμος βάνει το λωλό να βγάλη το φίδ' απού μες στη dρύπα (ή από τη dρύπα)
(1963)
Δηλαδή ο επιφυλακτικός, ο λογικός αποφεύγει να εκτεθή και προωθεί στον κίνδυνο τον επιπόλαιο, τον αφελή...
Όποιος τη νύχτα πορπατεί ή κλέβγει ή πορνεύγει ή όμορφη κόρην αγαπά ή σκοτωμό 'υρεύγει
(1963)
Δηλαδή η κυκλοφορία τη νύχτα είναι ύποπτη και επικίνδυνη...
Όπου δώσω τά λεφτά μου θαραπεύγω τή gοιλιά μου
(1963)
Λέγεται σέ κάποιον, όταν, ενώ πληρώνεται, αρνείται συναλλαγή ή απειλή διακοπή τής ή δύσφορή γι' αυτή...
Δηλαδή εφ' όσον πληρώνω, βρίσκω παντού ό,τι θέλω, καί συνεπώς δέν σέ έχω ανάγκη...
Δηλαδή εφ' όσον πληρώνω, βρίσκω παντού ό,τι θέλω, καί συνεπώς δέν σέ έχω ανάγκη...