Αναζήτηση
Αποτελέσματα 731-740 από 797
Αναβάστα γρά το γέρο να τον έχωμε το θέρος, κι' απής αποθερίσωμε, θένά τόνε τσουρήσωμε
(1920)
Αναβατώ=υποβοηθώ δια των χειρών, ανακουφίζω, Τσουρώ=κατρακυλώ, κυλινδώ
Μη μας πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου 'ναι κοντά, κατέμε σε ποιός είσαι
(1920)
Πολυψηλώνεσαι = επαίρομαι, το παίρνω επάνω μου πολύ ψηλά