Αναζήτηση
Αποτελέσματα 661-670 από 707
Άσπρον gως, μαύρον gως, α ινεί σο κετζίτιν bαού
(1951)
Ερμηνεία: Για πράγματα που δεν μπορεί παρά να φανερωθούν, όταν έλθει η κατάλληλη στιγμή
Το πρόσωπό σου γϊά, άμα η τσοιλία σου έμει δεβόλοι
(1951)
Το πρόσωπό συο γελά, αλλά η κοιλιά σου είναι γεμάτη διαβόλους
Δώτσεν bοπουκάτου, έβγην bοπάνου
(1951)
Χτύπησε από κάτου, βγήκε από πάνου. Για εκείνον που τελειώνει γλήγορα τις δουλειές του
Σ του Βαρασού το κοπέκι – Από του Βαρασού τον αφαλό
(1951)
Για έναν που ήταν γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα στα Φάρασα
Τσάπου α υπά ένι α νgάθι bpόν dου
(1951)
Για τους άτυχους που όλα τους έρχονται ανάποδα
Πιρμή με δώσ' άν οκούτι, φορτών' σή ράση μου το πιθάρι
(1951)
Πρίν να μού δώσεις μιά συμβουλή, φορτώνεις στή ράχη μου το πιθάρι. Γιά μιά μικρή ευεργεσία πού μάς κάνουν, ζητούν να τους πληρώσουμε με το παραπάνω. Με τή λέξη οκούτι (=συμβουλή) πού χρησιμοποιούν οι Φαρασιώτες, η παροιμία ...
Νέ την gόρη του δίτει, νέ το συμbεθερό φκανdάζει
(1951)
Ούτε την κόρη του δίνει, ούτε το συμπέθερο κακοκαρδίζει. Γιά κείνον πού τα καταφέρνει να κάνει και τή δουλειά του και να τα έχει με όλους καλά. Η παροιμία είναι παρμένη από τις προξενιές, όπου ο έξυπνος πατέρας μπορεί ν' ...
Τού χα ειπείς κατένκες τα του χα 'κουσ' τζο κατένκες τα;
(1951)
Αυτό που θα πείς το ήξερες, αυτό που θ' ακούσεις δεν το ήξερες;
Λές τα συ,΄κούς τα συ
(1951)
Εσύ τα λές, εσύ τ' ακούς
Μό τ' ά βάρτι η άνοιξη τζό 'ρτσεται
(1951)
Μέ τό 'να τριαντάφυλλο η άνοιξη δέν έρχεται. Ένας άνθρωπος μοναχός του δέ μπορεί νά βγάλει πέρα μιά δουλειά. - Λεβ. 68, Πόντ. Α. Π. αρ. 890: Μέ έναν άθ' άνοιξη 'κ' έρται