Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 491
Κλαίν οι χήρες, κλαίν κι οι παντρεμμένες, κλαίν' και κείνες πούχουν από δυο
(1963)
Παροιμία λεγομένη για κείνους που είναι κακότροποι και ανευχαρίστηγοι. Η λέξις ανευχαρίστηγοι είναι τοπική και αποδίδει καλώς το πράγμα...
Τα πήρα σύκα και καρύδια
(1963)
Παροιμία δεικνύνουσα ότι προ δυσκόλου καταστάσεως, συνεβιβάσθημεν με ότι είναι δυνατον να περισώσωμε και υποθτικώς ή ονομαστικώς πληρωθήκαμε το δίκηο μας. Η παροιμία λέγεται επί χρημάτων, τροφίμων και πάσης φύσεως αγαθών...
Όμορφο είναι και το χιόνι μα το χέζουν τα σκυλλιά
(1958)
Η παροιμία θέλει να δείξη την αδεξιότητα και την έλλειψιν πρακτικής ωφελείας από μερίδα ωραίων αλλά κούφων και ανοήτων...
Και του κριαριού κουννιούνται αλλά δεν πέφτουν
(1958)
Η παροιμία λέγεται επί ασκόπου και αδίκου αναμονής...
Λέγεται και επί εσφαλμένων εντυπώσεων...
Συνοδεύεται από κείμενο......
Λέγεται και επί εσφαλμένων εντυπώσεων...
Συνοδεύεται από κείμενο......
Δε μπορείς γέροντα; Δέσε και κουβάλα
(1938)
Ο γέροντας δε μπόρειε να θερίσει και τούειπαν να κάμη βαρύτερη δουλειά, να δέση και να κουβαλλήση τα δέματα...
Νάκαναν οι μύγες μέλι, θάτρωγα και γω η καημένη
(1963)
Παροιμία που δηλώνει ότι δεν είναι όλοι άξιοι και προκομένοι, τουλάχιστον δε ο περί ου ο λόγος (και εις την περίπτωσιν που παρεντίθεται η παροιμία) είναι ακτάλληλος ή ανίκανος δια την έργασίαν που ανέλαβεν ή του αναθέτουν...
Γλυκοφάϊ και πικροχέσι
(1963)
Η παροιμία λέγεται ως επί το πλείστον εις την λεχώ ή την επίτοκον, με τον σκοπόν με τον αστείον της φράσεως να γελάση και υπομείνη με κουράγιο τους πόνους. Γλυκοφάϊ, εννοεί ότι το τέκνον είναι γλυκύ κατά την σύλληψιν και πικροχέσι, τας ωδίνας του...
Μην μας τον πολυπαινέσης και βράδυ τον βλέπομε
(1963)
Κάποια νύφη, πήρε κάποιον πιεζόμενη και με μεγάλη της στεναχώρια, διότι ελέγετο ότι είχεν ανεπαρκή τα σχετικά όργανα. Την Δευτέρα το απόγευμα, με το σκόλασμα του γάμου η νύφη σκούπιζε, κατά τα συνηθισμένα. Στη μια γωνία είχε ξαπλώσει ο γαμπρός και...
Άλλο Μέτσοβο χωριό
(1963)
Κατά την παράδοσιν την συνοδεύουσαν την παροιμίαν, εις τα Ιωάννινα εζούσε κάποιος τερζής (ράφτης), ο οποίος είχεν αποκτήσει φιλίαν με κάποιον δερβέναγαν. Ο ρλαφτης λεκαμνε δωρεάν ή με γελοίαν τιμήν την στολήν του δερβέναγα και συνηθέστατα...