Αναζήτηση
Αποτελέσματα 71-80 από 2831
Μοναχός του του ξειά, τζο κλαίει
(1951)
Μοναχός του όποιος πέφτει, δεν κλαίει
Όσα μύθια τόσ' αλήθεια
(1959)
Γω ΄υρεύω περίλ΄ να γλείζω, τσαι συ΄ς τ΄ εμέν ΄λεύρι ΄υρέφ ;
(1951)
Εγώ γυρεύω γυράλευρο να γλέιψω και συ από μένα αλεύρι γυρεύεις ; Όταν ζητάμε κάτι από φτωχότερό μας. Πιρίλι ήταν τ΄ αλεύρι που μαζευόταν στο γύρο του μύλου. Πίκριζε και γι΄ αυτό τόδιναν στα γουρούνια
Σαγιργϊέναν dα 'τία μου
(1951)
Κουφάθηκαν τ' αφτιά μου. Όταν οι άλλοι φωνάζουν πολύ. - Ποντ. Δ.Π. Αρ. 113: Εκώφωσες τ' ωτία μ'.
Ές γρούσε ; ες τασί μέ(γο) γουώσσα
(1951)
Έχεις γρόσια ; έχεις και μεγάλη γλώσσα