Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "βουτώ"
Αποτελέσματα 1-6 από 6
-
Εβούτεσεν να εβάλ κουϊρουκλία πρόβατα
(1881)Ερμηνεία: Επί πνιγέντος ( σκωπτικές ) Κουϊρούκλιν = το έχον παχείαν ουράν ( πρόβατον ) -
Θα βουτήσης, για να πας, να βρης τον πάτο!
(1876)Ερμηνεία: Πως θα πας ( θα βρης ) στον πάτο, α δε βουτήσης -
Κι αν είσαι Γούτας, ας μην εβούτας
(1930)Ερμηνεία: Κάποιος Γούτας, άρχοντας στη Χιό, εβίασε την υπηρετριά του τη Μαρούκα. Η υπόθεση ήρθε στη δημογεροντία. Ο εισηγητής λέει : Η Μαρούκα στη σεντούκα, κι ο τζανής στο πλάι της, έγινε το έγινε. Ειν τα λέτε, βρε αρκόντοι; ...