Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "βυζαίνω"
Αποτελέσματα 12-31 από 58
-
Ιχ το καυμένο μυρίζ' ακόμα γαλατόλες δόντια να μη είχεν θα να βυζαίνει ακόμα
(1895)Ερτμηνεία: Ειρωνικώς επί την σμικρυνόντων την ηλικίαν των -
Καλό βυζί βρήκε και βυζαίν'
Για τους εκμεταλλευτές που βρίσκοντας μωρούς και αφελείς, τους απορροφούν τα ταμεία, όπως το παιδί βυζαίνει το γάλα της μητέρας -
Πλιότιρις μυίγις πιάν' ς μι του μέλλι παρά μι του ξίδι
(1955)Ο καλός δηλαδή τρόπος επιτυγχάνει καλύτερα αποτελέσματα -
Τ' αλήγορον τ' αρνίν βυζάν' τη μάνναν άθε κι άλλ' έναν κι άλλο
(1931)Επί του πολλαχόθεν ωφελουμένου ως δραστηρίου και ταχέως συντελλούντος τα έργα του -
Το γλήγορο αρνί βυζαίνει τη μάννα του κι άλλη μια ακόμη
(1931)Επί του πολλαχόθεν ωφελουμένου ως δραστηρίου και ταχέως συντελλούντος τα έργα του -
Το ήμερ' αρνί βυζαίν' δυο μανάδες
(1913) -
Το ήμερο αρνί βυζάνει δυο μανάδες, το άγριο ουδέ τη δική του
(1926)Περί του ότι οι ήπιοι χαρακτήρες δια τψν καλών τρόπων επιτυγχάνουσι περισσότερα ή οι τραχείς και απότομοι -
Το ήμερο τ' αρνί βζαίνει δυο μάννες και τ' άγριο καμμιά
(1893)Ερμηνεία: Διπλάσια κερδίζει εις δια την πραότητος -
Το ήμερο τ' αρνί βυζάν' δυο μάννις
(1879)