Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 73
Ασσ' ωβόν μαλλίν αχπάν
(1916)
Από το αβγό βγάζει μαλλί.Αχπάνω, ξεριζώνω, εκ του εκ σπώ.
Άμον την κάταν εφτά 'χία 'ε'χ
(1918)
Σαν τη γάτα εφτά ψυχές έχει. Ψία τα, εξ. ονομ. εν 'ψη η. Επί του δυσκόλως υποκύπτοντος εις τα εξωτερικάς επηρείας
Η κάτα πα πίν οξείδ;
(1918)
Πίνει και η γάτα ξείδι;
Την κάταν είπανε “βοτάν' εγέντον” κ' ετσούπωσεν άτο
(1918)
Είπανε 'ς τη γάτα “το σκατό σου είναι μόσκος” κ' εκείνη έσκαψε και το χωσε. Αχταλεύω εκ του τουρκ. αχταρμάκ = φοσσίζω, σκάπτω λάκκον και κρύπτω τι εντός, από του ουσ. φοσσίν (λατ. Fossa), (βλ. παρά Δουκαγγίω φοσσίον) λάκκος
Ούς να κρύφκεται η κοτύλα σ'
(1918)
Ώσπου να κρυφθή ο σβέρκος σου
Ίντäν γίνεται ο κόσμον ας γίνεται κι ο Κοσμάς
(1918)
Ότι γίνη ο κόσμος ας γίνη κι ο Κοσμάς
Θα βάλλω το ΄χερ ισ ΄ςτο μελοκούτ
(1918)
Θα βάζω το χέρι σου 'ς την μπουρνιά του μελιού