Αναζήτηση
Αποτελέσματα 71-80 από 2787
Κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d' αβγά τζη πέρδικας
(1963)
Προέρχεται από τραγουδάκι...
Σημαίνει αραιά και κάπου. Π.χ. “Πρώτα ΄τονε το χωρίο μας γεμάτο τσ΄ ανθρώποι. Τώρα ΄ναι κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d΄ αβγά τζη πέρδικας”...
Σημαίνει αραιά και κάπου. Π.χ. “Πρώτα ΄τονε το χωρίο μας γεμάτο τσ΄ ανθρώποι. Τώρα ΄ναι κάρκα ένα, κάρκα δυό, σα d΄ αβγά τζη πέρδικας”...
Η αγάπη θέλει γλυκειά γλώσσα, έχης δεν έχης, θέλει χουβαρδωσύνη, έχης δεν έχης
(1963)
Δηλαδή για να διατηρηθή η αγάπη μεταξύ των ανθρώπων, χρειάζεται ευπροσηγορία και γενναιοδωρία κι όταν ακόμα δεν είσαι από τη φύση ευπροσήγορος και όταν ακόμα δεν είσαι ευκατάστατος
Τ' αgεία ινήκα θυμιατά και τα σκατά λιβάνι και των αθρώπω dα παιδιά εΐνησα 'αδάροι
(1963)
Λέγεται, όταν ένα παιδί χαμηλής κοινωνικής προελεύσεως εξελιχθή ή ένα καλής οικογενείας δεν προοδεύση
Ιά τα φαϊά, 'ιά τα πιοτά είναι τα νιά μουλάρια, 'ια τσι τρομάρες τσι βαρειές είναι οι 'έροι μαύροι
(1963)
Λέγεται όταν άλλοι κοπιάζουν κι' άλλοι τιμώνται και καρπούνται
Του κακού 'αbρού το dουλάπι τ' ανοίεις, μα του καλού 'ιού δε d' ανοίεις
(1963)
Δηλ. στο σπίτι της κόρης σου έχεις περισσότερο θάρρος παρά στο σπίτι του γυιού σου
Αμ' αλάργα κι' έλα γλήορα κι άμε κο(d)ά και πέσ εκεί
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση, που αργεί κανείς από κοντινό μέρος να γυρίσει και γυρνά γρήγορα από μακρυνό
Δε bορεί Άης Νικόλας να μη d΄ασπρίση τα ενάκια dου
(1963)
Λέγεται, όταν χιονίση τις ημέρες του Αγίου Νικολάου
Τα σκατά (ή τα κόπτια) όσο dα σαλεύγει κανείς, τόσο βρωμούνε (ή όσο d' ανεκατώνεις, τόσο βρωμούνε)
(1963)
Δηλαδή δεν πρέπει να σκαλίζη, να συζητή, να ζητή να αποδειχθή αμέτοχος κανείς σε μια υπόθεση, που δεν είναι καθαρή
Του κακομοίρη το κερί κι αν άψη κιόλα σβήνει, 'ιατί του καλορίζικου η τύχη δεν αφίνει (ή δε d' αφίνει)
(1963)
Λέγεται και μόνο ο πρώτος στίχος