Πλοήγηση ανά Λήμμα "βαρειέμαι"
Αποτελέσματα 1-20 από 24
-
Όποι βαράσκεται πλεό δουλεύ
(1881)Ερμηνεία: Επί εκείνου όστις θέλει να κάμη την εργασίαν του όλων δια μίας, ίνα μή επαναλάβη αυτήν άλλοτε, όστις όμως ούτω κοιτάζει περισσότερον -
Όποιος βαριέται κακιά γη
(1929) -
Όποιος βαριέται να ζυμώση, πέντε μέρες κοσινάει
(1953)Επί προφάσεων όταν κανής δεν θέλει να κάνη μιά εργασία -
Όποιος βαρυέται, πολλά στερεύεται
(1932) -
Τα βαρεθήκαμε, κ' εφύγαν
(1876) -
Τον βαρειούμαι, σαν τα κακά μου
(1876)